Ερώτηση : Υπάρχει διαφορά μεταξύ προσευχής και λατρείας; Με άλλα
λόγια, όταν προσευχόμαστε, λατρεύουμε τον Θεό, και όταν Τον λατρεύουμε,
προσευχόμαστε, ή μπορεί να υπάρχει μεταξύ τους διαφορά; Αναφέρατε επίσης
ότι με τα παθήματα ανταποδίδουμε την αγάπη μας στον Θεό. Ως ορθόδοξοι
χριστιανοί πρέπει να εννοήσουμε ότι, όταν δεν πάσχουμε ή όταν περνάμε
περιόδους που φθάνουμε να δοκιμάζουμε ακόμη και απολαύσεως, τότε δεν
ανταποδίδουμε αγάπη στον Θεό ή δεν ασκούμε πλήρως την πίστη μας;
Απάντηση : Είναι δύο πολύ μεγάλα ερωτήματα. Θα χρειαστούμε άλλη μία
ομιλία για να τα απαντήσουμε! Ας ξεκινήσουμε από το πρώτο: προσευχή και
λατρεία. Η λατρεία είναι πιο γενικός όρος και ζωή περιεκτική, ενώ η
προσευχή είναι μια λατρευτική δραστηριότητα. Η λατρεία είναι μάλλον σαν
την ανταλλαγή της ανθρώπινης ζωής με τη θεία, που συντελείται στη Θεία
Λειτουργία, για παράδειγμα. Η Θεία Λειτουργία είναι λατρεία· σε αυτήν
εμπεριέχεται προσευχή και ολόκληρη ζωή, η ζωή του Χριστού. Στη Θεία
Ευχαριστία ολοκληρώνεται η ανταλλαγή της περιορισμένης και πρόσκαιρης
ζωής μας με την απεριόριστη και άπειρη ζωή του Θεού. Προσφέρουμε στον
Θεό ένα κομμάτι άρτο και λίγο οίνο, άλλα μέσα τους βάζουμε όλη μας την
πίστη, την αγάπη, την ταπείνωση, την προσδοκία Του, όλη μας τη ζωή. Και
λέμε στον Θεό: «Τα Σα εκ των Σων Σοι προσφέρομεν κατά πάντα και διά
πάντα». Προσφέρουμε στον Θεό όλη μας τη ζωή, αφού προετοιμασθήκαμε να
έλθουμε και να παρασταθούμε ενώπιον Του, για να επιτελέσουμε αυτή την
πράξη. Και ο Θεός κάνει το ίδιο: Δέχεται την προσφορά του ανθρώπου και
εναποθέτει και Αυτός τη ζωή Του -το Άγιο Πνεύμα- στα δώρα. Τα μεταβάλλει
σε Σώμα και Αίμα Του, μέσα στα οποία περιέχεται όλο το πλήρωμα της
Θεότητας, και λέει στον άνθρωπο: «Τα Άγια τοις αγίοις». Ο Θεός δέχεται
τα δώρα μας, τα γεμίζει με τη ζωή Του και μας τα επιστρέφει. Συνεπώς
μπορούμε να πούμε ότι η λατρεία έχει μεγαλύτερη πληρότητα. Στην προσευχή
επίσης κάνουμε αυτή την ανταλλαγή, αλλά είναι φαινομενικά απαρατήρητη.
Η δεύτερη ερώτησή σας είναι κάπως πιο δύσκολη. Ο Θεός φανέρωσε την
αγάπη Του για μας υπομένοντας για χάρη μας θάνατο και μας δίνει τη
δυνατότητα, διά μέσου των παθημάτων, να Του δείξουμε τη δική μας αγάπη.
Σε αυτό τον κόσμο ο Χριστός είναι παθητός, λέει ο απόστολος Παύλος, και
αν είμαστε μέλη του Σώματός Του, δεν μπορούμε να ζούμε χωρίς πόνο, όταν η
Κεφαλή του Σώματος φέρει ακάνθινο στεφάνι. Αν αυτό το κατανοούμε, τότε
τα παθήματα γίνονται προνόμιο για όσους ανήκουν σε αυτό το Σώμα: το
προνόμιο της αποδείξεως της αρμονικής ενότητάς τους με το Σώμα. Γι’ αυτό
άλλωστε ο απόστολος Πέτρος γράφει στην επιστολή του: «Καιρός του
άρξασθαι το κρίμα από του οίκου του Θεού … Και ει ο δίκαιος μόλις
σώζεται, ο άσεβης και αμαρτωλός πού φανείται;», Όπως ο Θεός
παρέδωσε τον Μονογενή Του Υιό σε θάνατο, ομοίως παραδίδει και τους
ανθρώπους Του, τους εκλεκτούς Του, σε παθήματα, για να αποδειχθεί ότι
είναι «οίκος Του», δηλαδή, κατοικητήριό Του, αφού ζει μέσα τους. Έτσι,
αν αντιλαμβανόμαστε τα παθήματα μέσα από αυτή την προοπτική, αποβαίνουν
μεγάλο προνόμιο και τιμή. Είναι σημείο της εκλογής μας από τον Ουράνιο
Πατέρα μας να υπομείνουμε το ίδιο κρίμα που βάστασε και ο Παις Του
Ιησούς στον κόσμο αυτό και να παραδοθούμε επίσης σε εκούσιο θάνατο. Ο
εκούσιος θάνατος χάριν του Θεού και των εντολών Του καταδικάζει τον
ακούσιο θάνατο που έχει προπομπό την αμαρτία, όπως ακριβώς ο άδικος
θάνατος του Κυρίου καταδίκασε και κατέλυσε το κράτος του δίκαιου θανάτου
μας, λόγω της αμαρτίας που προηγήθηκε. Όλοι οι Άγιοι παραδόθηκαν σε
τέτοια εκούσια παθήματα. Πολλές φορές, σύμφωνα με την πρόνοια του Θεού, ο
Κύριος παραχώρησε να γευθούν ακόμη και την κόλαση, όχι για να
απολεσθούν, αλλά για να εξιχνιάσουν το μυστήριο της καθόδου του Χριστού
στον Άδη, ώστε να τους γίνει γνωστός ο όλος Χριστός (totus Christus) και
η οδός Του, που εκτείνεται από τον Ουρανό των Ουρανών ως τα κατώτατα
μέρη της γης. «Το δε ανέβη τί έστιν ει μη ότι και κατέβη πρώτον εις τα
κατώτερα μέρη της γης;» λέει ο απόστολος Παύλος με θαυμασμό. Αυτή είναι η
οδός του Χριστού· πρώτα κατέβηκε και υστέρα ανέβηκε- και όλοι οι Άγιοι
έχουν το προνόμιο διά των παθημάτων να αποδειχθούν οίκος του Θεού και να
γνωρίσουν όλο το μήκος της οδού του Χριστού. Κατά συνέπεια, όταν τα
παθήματα θεωρούνται μέσα από αυτό το πρίσμα, γίνονται θαυμαστά και
αποδεκτά ως μεγαλειώδης τιμή και υπερφυσική δωρεά. Γι’ αυτό τον λόγο δεν
μας εντυπωσιάζουν οι φαινομενικά ωραίες βουδιστικές θεωρίες που
προσπαθούν να επινοήσουν τρόπους αποδεσμεύσεως από τα παθήματα, γιατί
εμείς έχουμε τη δυνατότητα, μέσω των παθημάτων, να γίνουμε υιοί Θεού, να
μοιρασθούμε τη νίκη του Υιού του Θεού επί του θανάτου. Σημασία έχει,
όπως λέει ο απόστολος Πέτρος στην επιστολή του, να υποφέρουμε
«αγαθοποιούντες» και όχι αμαρτάνοντας. Στη Νικομήδεια, είκοσι χιλιάδες
μάρτυρες βάδιζαν προς το μαρτύριο. Όλοι επρόκειτο να θανατωθούν χάριν
του Χριστού, Καθ’ όδόν όμως, ένας από αυτούς έσκισε το πορτραίτο του
αυτοκράτορα, με αποτέλεσμα η Εκκλησία να μην τον συγκαταριθμήσει μεταξύ
των μαρτύρων. Είχε διαπράξει παράβαση για την οποία μπορούσε να
τιμωρηθεί από τον νόμο του κράτους, ενώ οι υπόλοιποι οδηγούνταν ως
πρόβατα επί σφαγήν και το μαρτύριό τους αναγνωρίσθηκε και δοξάσθηκε.
Εκείνος που έσκισε το πορτραίτο καταδικάσθηκε σε θάνατο μαζί με τους
υπόλοιπους, και πιθανόν ο Κύριος να δέχθηκε το μαρτύριό του. Επειδή όμως
στην πράξη του αυτή ενυπήρχε κάποια αντίσταση εναντίον του πονηρού, η
Εκκλησία δεν τον συγκατέλεξε με τους άλλους. Ο Χριστός εντέλλεται «μη
αντιστήναι τω πονηρώ», και ο Ίδιος μάς έδωσε υπόδειγμα. Οδηγήθηκε ως
«πρόβατον επί σφαγήν και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος»,
όπως λέει ο προφήτης Ησαΐας, και μισήθηκε δωρεάν. Είναι πολύ σημαντικό
να διδαχθούμε το ήθος, τον τρόπο ζωής που εμπνέει η Θεία Λειτουργία.
Εμείς οι ιερείς αρχίζουμε την Προσκομιδή λέγοντας: «Ως πρόβατον επί
σφαγήν ήχθη και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος, ούτως ουκ
ανοίγει το στόμα. Εν τη ταπεινώσει η κρίσις αυτού ήρθη». Αυτό το ήθος
εμπνέει η Θεία Λειτουργία· αυτό το ήθος υπερνικά τον θάνατο! Με αυτό τον
τρόπο ο Κύριος καταπάτησε τον θάνατο στη θέση μας και κυρίευσε αυτό τον
κόσμο, τον πεπτωκότα στην αμαρτία. Δεν πρέπει να ελκυόμαστε από το
πνεύμα αυτού του κόσμου και να εκδικούμαστε ή να αγωνιζόμαστε για τη
δικαίωσή μας. Ωφελεί μάλλον να υπομένουμε την αδικία. Όπως λέει ο
απόστολος Παύλος: «Γιατί δεν προτιμάτε να αδικείσθε, αντί να καταφεύγετε
στα πολιτικά δικαστήρια;». Προτιμούσε να αδικούνται οι μαθητές του παρά
να αγωνίζονται να δικαιωθούν, ακόμη και αν ανθρωπίνως είχαν δίκαιο.
Αυτή την τέλεια αρχή εμπνέει η οδός του Κυρίου. Ασφαλώς, εφόσον ζούμε σε
αυτό τον κόσμο, οφείλουμε να ενεργούμε κατά το μέτρο μας σε κάθε
περίσταση. Για μας το υψηλότερο πρότυπο και σημείο αναφοράς είναι το
υπόδειγμα που μας παρέδωσε ο Κύριος Ιησούς.
Θα μπορούσα να πω ακόμη περισσότερα, αν θέλετε, για να απαντήσω στο
δεύτερο ερώτημα. Για παράδειγμα, η Θεομήτωρ δεν θα έπρεπε να γνωρίσει
θάνατο, σύμφωνα με την παράδοση των Αγίων, διότι ποτέ δεν αμάρτησε ούτε
με έναν λογισμό, και όποιος δεν αμαρτήσει δεν πρέπει να πεθαίνει. Παρ’
όλα αυτά γεύθηκε θάνατο μόνο για τρεις ημέρες, μετά αναλήφθηκε και
μετατέθηκε στον ουρανό. Πέρασε από τον θάνατο, για να ακολουθήσει την
οδό του Υιού Της, ούτως ώστε και ο δικός Της αθώος θάνατος, χάρη στην
αναμαρτησία Της, να γίνει κατάκριμα του θανάτου. Ο άγιος Μάξιμος ο
Ομολογητής λέει ότι όσοι δεν αμαρτήσουν μετά το βάπτισμα, δεν πρέπει
κανονικά να πεθάνουν ούτε και με φυσικό θάνατο. Ωστόσο ο Θεός επιτρέπει
τον θάνατό τους, ο οποίος όμως γίνεται κατάκριμα του θανάτου, όπως
ακριβώς και ο θάνατος του Χριστού.
(Αρχιμ. Ζαχαρία, «Ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος,», εκδ. Ι.. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας σ. 143-148 -απόσπασμα.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου