Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

Βίος Οσίου Κουθβέρτου εκ Βρετανίας


Ο Όσιος Κουθβέρτος εκ Βρετανίας εορτάζει στις 20 Μαρτίου



Ο Όσιος Cuthbert (Κουθβέρτος) γεννήθηκε στο Λάντερντεϊλ το έτος 634 μ.Χ. και σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός. Μια βραδιά του 651 μ.Χ., καθώς βρισκόταν στους λόφους κοντά
στη μονή Λίντισφεϊρν, είδε ένα όραμα. Είδε την ψυχή ενός ανθρώπου να ανεβαίνει στον ουρανό μέσα σε υπερκόσμιο φως. Μετά από λίγες ημέρες πληροφορήθηκε για την
κοίμηση του Αγίου Αϊδανού, κτήτορα της μονής και κατάλαβε ποιον αφορούσε το όραμα που είδε. Ο δεκαεπτάχρονος Κουθβέρτος μετά από αυτό αποφάσισε να γίνει μοναχός.
Γι' αυτό κατέφυγε στη μονή Μέλροουζ και έκανε υπακοή στον Άγιο Eata (Ιάτα).

Από πολύ νωρίς διαφάνηκε η ιεραποστολική διάθεση του νέου μοναχού, που τον ωθούσε σε διάφορες ιεραποστολικές εξορμήσεις, είτε μόνο του είτε ως συνοδό του Γέροντά
του. Έδειξε μάλιστα ενδιαφέρον για τις πιο απομακρυσμένες και δυσπρόσιτες περιοχές.



Το έτος 661 μ.Χ. ο βασιλέας Άλκριφθ προσκάλεσε τον Άγιο Eata (Ιάτα), για να ιδρύσει μια μονή. Ο Άγιος όντως πήγε και ίδρυσε μονή στο Ράιπον, συνοδευόμενος από κάποιους
υποτακτικούς του, μεταξύ των οποίων και ο Άγιος Κουθβέρτος. Καθώς όμως η Εκκλησία της Βρετανίας συγκλονιζόταν από την διαμάχη για τον εορτασμό του Πάσχα, οι Άγιοι Ιάτα
και Κουθβέρτος επέστρεψαν στη μονή της μετάνοιάς τους, στο Μέλροουζ, όπου ο Όσιος Κουθβέρτος έγινε ηγούμενος.

Μετά την Σύνοδο του Γουίντμπι και την επικράτηση της Ρωμαϊκής παραδόσεως, ο Άγιος Κολμάνος της Λίντισφεϊρν, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την περιφρόνηση της Κελτικής
παραδόσεως σχετικά με τον εορτασμό του Πάσχα, παραιτείται από την Επισκοπική του έδρα και αποσύρεται στην Ιρλανδία. Συνέπεια αυτής της εξελίξεως ήταν να γίνει
Επίσκοπος Λίντισφεϊρν ο Άγιος Ιάτα, ενώ ηγούμενος της μονής της Λίντισφεϊρν ο Όσιος Κουθβέρτος.



Η ηγουμενία του διήρκησε δώδεκα χρόνια. Τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Τα πνεύματα ήταν οξυμένα. Ο νέος ηγούμενος έπρεπε να συμφιλιώσει τις δύο αντιτιθέμενες
παρατάξεις μέσα στο μοναστήρι και να συνεχίσει τη ιεραποστολική του δράση. Ο παροιμιώδης πραότητά του, η υπομονή και η διάκρισή του κατόρθωσαν να διασφαλίσουν την
ενότητα της μονής. Αυτή την τόσο δύσκολη περίοδο, ο Όσιος που ήταν εραστής της ησυχίας και της προσευχής, αναζητούσε καταφύγιο σε μια βραχονησίδα κοντά στο
μοναστήρι. Μέχρι σήμερα σώζονται σε αυτό το νησάκι τα ίχνη του κελιού του, στην θέση του οποίου βρίσκεται ένας ξύλινος σταυρός.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν, ο Όσιος λαχταρούσε όλο και περισσότερο την αγαπημένη του ησυχία. Αυτή η δίψα τον έκανε να αποσυρθεί βαθύτερα στη νησιωτική έρημο των
νησιών Φέιρν. Διάλεξε το νησί Ίννερ Φέιρν, επτά μίλια νοτιότερα της Λίντισφεϊρν. Εκεί παλαιότερα περνούσε ησυχαστικά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ο Άγιος
Αϊδανός.

Στην έρημο της εσώτερης Φέιρν, ο Όσιος είχε μοναδική συντροφιά τα θαλασσοπούλια και κυρίως μία ράτσα αγριόπαπιας που ζει εκεί, την οποία ο Όσιος με ιδιαίτερη στοργή
φρόντιζε. Γι' αυτό άλλωστε θεωρείται και ο πρώτος που καθιέρωσε στην Βρετανία κανόνες οικολογικής ευαισθησίας. Το σεβάσμιο παρουσιαστικό του, τα άφθονα δάκρυά του
κατά την προσευχή, η αυστηρή του νηστεία, που θύμιζε τους Αββάδες της Αιγυπτιακής Θηβαΐδος, το προφητικό του χάρισμα, έκαναν το απόμακρο ερημικό νησί, τόπο ευλογίας
για τους πιστούς, που προσέτρεχαν στον Όσιο για να διδαχθούν η να θεραπευθούν σωματικά και ψυχικά. Όσο αυτός κρυβόταν στην έρημο, αποφεύγοντας αξιώματα και
διακρίσεις, τόσο ο λαός λαχταρούσε να τον συναντήσει και να βρεθεί κοντά του.



Το έτος 684 μ.Χ., στην Σύνοδο του Τάιφορντ, εκλέγεται Επίσκοπος του Έξαμ. Στον τόπο που ασκήτευε εμφανίσθηκε ξαφνικά μια ομάδα από Επισκόπους, κληρικούς και λαϊκούς.
Επικεφαλής της ήταν ο βασιλέας Ίγκφριντ. Του ανακοίνωσαν το θέλημα του Θεού και την απόφαση της Συνόδου. Ο ερημίτης της Φέιρν αρνήθηκε να αποχωριστεί την ησυχία της
ερήμου του. Ο βασιλέας και η συνοδεία του τον πίεσαν. Μέσα του πάλευαν η ησυχία και η υπακοή. Νίκησε η δεύτερη. Έτσι, την Κυριακή του Πάσχα του έτους 685 μ.Χ.,
χειροτονήθηκε Επίσκοπος από τον Άγιο Θεόδωρο, Αρχιεπίσκοπο Καντουαρίας τον εκ Ταρσού. Μετά από λίγο μετατίθεται στην επισκοπή της Λίντισφρεϊν, ενώ ο Άγιος Ιάτα
αναλαμβάνει την δική του.

Ο Όσιος Κουθβέρτος έζησε ως Επίσκοπος δύο χρόνια. Κατά την αρχιερατεία του στήριξε, παρηγόρησε, δίδαξε, προφήτευσε και θαυματούργησε. Ταξίδεψε στα πιο απόμακρα
σημεία της επαρχίας του, για να στηρίξει το ποίμνιό του που το θέριζε η επιδημία της πανούκλας. Ποτέ όμως δεν ξέχασε την αγαπημένη του έρημο. Δύο μήνες πριν την κοίμησή
του προείδε τον θάνατό του και επέστρεψε στην υδάτινη έρημό του. Φεύγοντας από την Λίντισφρεϊν για το ερημικό του νησί, ένας μοναχός τον ρώτησε πότε θα επιστρέψει και ο
Όσιος προφητικά του απάντησε: «Όταν θα ξαναφέρετε το σώμα μου εδώ». Ο Άγιος Βεδέας διασώζει τα τελευταία του λόγια: «Να έχετε μεταξύ σας ειρήνη και θείο έλεος».

Ο Όσιος Κουθβέρτος κοιμήθηκε με ειρήνη, το έτος 687 μ.Χ., σε ηλικία πενήντα τριών ετών. Το σκήνωμά του μεταφέρθηκε στο μοναστήρι του Λίντισφρεϊν και ενταφιάσθηκε στο
ιερό του ναού του Αγίου Πέτρου. Μετά από ένδεκα χρόνια το ιερό λείψανό του βρέθηκε άφθορο. Μετά την επιδρομή των Βίκινγκς, το έτος 875 μ.Χ., οι μοναχοί της Λίντισφρεϊν,
παίρνοντας τα ιερά λείψανα των Αγίων Αϊδανού και Οσβάλδου και το άφθαρτο σκήνωμα του Αγίου Κουθβέρτου, κατέληξαν στο Ντάραμ, όπου τα τοποθέτησαν στον ανεγερθέντα
καθεδρικό ναό.

Μάθημα από την κουκουβάγια Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος



Στα κείμενα του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου μαζί με τα βαθιά θεολογικά νοήματα περιέχονται συχνά και διδακτικά παραδείγματα από φανταστικά, υποτιθέμενα περιστατικά. Ένα τέτοιο παρουσιάζουμε στη συνέχεια.

Κάποιος λοιπόν χλεύαζε μια κουκουβάγια για μερικά από τα ιδιαίτερα γνωρίσματά της, που τη διαφοροποιούν από τα άλλα πουλιά. Απαριθμούσε ένα - ένα από αυτά. Η κουκουβάγια, αντί να τα παραδεχθεί, προσπαθούσε να τα δικαιολογήσει και να τα αντικρούσει με εύστοχο λόγο και λογικοφανή επιχειρήματα.

-Τι μεγάλο κεφάλι που έχεις! Είσαι κεφάλα!

-Του Δία το κεφάλι να δεις τι μεγάλο που είναι, απαντά η κουκουβάγια.

-Τι γαλαζωπά μάτια που έχεις!

-Αυτά τα μάτια μου είναι όπως της γαλαζομάτας Αθηνάς.

-Και η φωνή σου είναι λυπητερή, θλιβερή και στριγγιά, όχι ευχάριστη.

-Η φωνή όμως της καρακάξας είναι πιο άσχημη, ανταπαντά πάλι η κουκουβάγια.

-Πω πω και κάτι ψιλοπόδαρα που έχεις!

-Ναι, έτσι είναι τα δικά μου πόδια, αλλά του ψαρονιού πώς σου φαίνονται;

-Πρόσεξε, σοφή μου, της λέει στο τέλος ο συνομιλητής της, ότι από αυτά ένα μόνο ελάττωμα έχει το καθένα τους. Εσύ όμως τα έχεις όλα μαζί και σε μεγάλο βαθμό, κουκουβάγια μεγαλοκέφαλη, με τα γαλαζωπά σου μάτια και τη στριγγόφωνη, λυπητερή φωνή σου, κουκουβάγια μου ψιλοπόδαρη.

Σκόνταψε η ταλαίπωρη κουκουβάγια και δεν ήξερε τι να απαντήσει. (Γρηγορίου Θεολόγου, Ποίημα ΚΗ΄, Κατά πλουτούντων, στιχ. 235-262, ΕΠΕ, τόμος 9ος, σελ. 362)

Ας μη δικαιολογούμαστε, όπως η κουκουβάγια, με λογικοφανή επιχειρήματα ή με διάφορα ευφυολογήματα, όταν μας υποδεικνύονται τα ελαττώματά μας. Ούτε να αντιδρούμε με λόγους αποστομωτικούς και γλώσσα γεμάτη από αντιρρήσεις. «Το μάτι βλέπει τα άλλα, τα ξένα, δε βλέπει τον εαυτό του, ούτε όμως και τα άλλα βλέπει σωστά, εάν αρρωστήσει υπερβολικά. Το χέρι έχει ανάγκη από άλλο χέρι, και το πόδι από το άλλο πόδι» (Γρηγόριος Θεολόγος). Και ο καθένας μας έχει ανάγκη από κάποιο σύμβουλο για να αποκτήσει την αληθινή γνώση του εαυτού του και προχωρήσει κατόπιν και στη διόρθωση των ελαττωμάτων του. Διότι θα δώσουμε λόγο για τον εαυτό μας και όχι για τους άλλους.

Γιατί λοιπόν, πες μου, παχαίνεις το σώμα;


Γιατί λοιπόν, πες μου, παχαίνεις το σώμα; Μήπως σε έχουμε για να σε θυσιάσουμε; Μήπως θα σε παραθέσουμε σαν έδεσμα σε κάποιο τραπέζι;

Τις όρνιθες καλό κάνεις και τις παχαίνεις· μάλλον δε ούτε και για εκείνες κάνεις καλά· γιατί, όταν παραπαχύνουν, είναι άχρηστες για υγιεινή δίαιτα. Τόσο μεγάλο κακό είναι η τρυφή (η καλοπέραση), ώστε και στα άλογα ζώα κάνει φανερή τη βλάβη.

Γιατί, με το να παρατρέφουμε τις όρνιθες, τις κάνουμε άχρηστες και γι’ αυτές και για μας. Επειδή τα περιττώματα μένουν ακατέργαστα και το υγρό σάπισμα προέρχεται ακριβώς από αυτό το πάχος.

Τα ζώα όμως που δεν τρέφονται με τόση υπερβολή, αλλά ζουν, θα έλεγε κανείς, με νηστεία και τρώνε με μέτρο και κοπιάζουν και ταλαιπωρούνται, αυτά και για τον εαυτό τους και για τους άλλους είναι πάρα πολύ χρήσιμα και σαν τροφή και ως προς όλα τα άλλα.

Πράγματι, οι άνθρωποι που σιτίζονται με αυτά είναι περισσότερο γεροί· ενώ, όσοι διατρέφονται με τα ζώα που προανέφερα, μοιάζουν με αυτά, γίνονται δηλαδή νωθροί και φιλάσθενοι και δεσμεύονται χειρότερα. Γιατί, τίποτε δεν είναι για το σώμα τόσο εχθρικό και βλαβερό, όσο η καλοπέραση και η καλοφαγία.

Επειδή τίποτε δεν αποδιοργανώνει και δεν βλάπτει και δεν καταστρέφει το σώμα τόσο, όσο η ασωτία. Γι’ αυτό μάλιστα θα έμενε κανείς κατάπληκτος για τη μωρία τους αυτή εξ αιτίας αυτού, γιατί δεν θέλουν να επιδείξουν για τον εαυτό τους τόση φροντίδα ούτε όση άλλοι δείχνουν για τους ασκούς τους.

Επειδή εκείνοι μεν, οι έμποροι των κρασιών, δεν αφήνουν να περιλάβουν περισσότερο κρασί από όσο πρέπει, για να μη διαρραγούν ενώ αυτοί, για την άθλια κοιλιά τους δεν δείχνουν ούτε αυτή τη φροντίδα· αλλά, όταν τη γεμίσουν και την κάνουν να σκάσει από το πολύ φαγητό, γεμίζουν τα πάντα μέχρι τα αυτιά, μέχρι τις μύτες, μέχρι το φάρυγγα, και έτσι προξενούν διπλή στενοχώρια και στο πνεύμα και στη δύναμη που κυβερνάει το ζωικό και υλικό στοιχείο.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Ἡ ἰδανική φιλία ἀνθεῖ σέ περιβάλλοντα ἀμόλυντα ἀπό τήν ἁμαρτία καί τήν συναναστροφή τῶν κακῶν καί τῶν πονηρῶν.



Ἡ γοητεία τοῦ κακοῦ καί ἡ φαυλότητα τῆς ζωῆς ἔχουν ἀμαυρώσει ὅλα τά καλά τοῦ βίου μας. Καί μεταξύ αὐτῶν τῶν καλῶν συμπεριλαμβάνονται καί οἱ φιλίες. Κάτω ἀπό τό γενικό ξεπεσμό καί ἐξευτελισμό τῆς ζωῆς χάθηκαν ἤ ἀλλοτριώθηκαν κι αὐτές. Κι ὅμως, φίλοι μου, ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη μιᾶς γνήσιας, ἀληθινῆς, δυνατῆς καί πραγματικῆς φιλίας. Δύσκολα κτίζονται τέτοιες φιλίες. Εὔκολα καταστρέφονται. Κι ὅσοι ἀπέκτησαν τέτοιες ζηλευτές φιλίες ἔζησαν εὐτυχισμένοι. Γι᾽ αὐτό θά σᾶς δώσω τήν συνταγή τῆς ἰδανικῆς φιλίας. Ὄχι ἐγώ. Ἐσεῖς τό ξέρετε, ὅτι πάντα ἀφήνω ἐκείνους πού ξέρουν τά θέματα τῆς ζωῆς μας καλύτερα ἀπό μᾶς νά μᾶς ποῦν τήν σοφή συμβουλή τους. Ἔτσι ἀνεκάλυψα στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο τίς προϋποθέσεις μιᾶς μεγάλης φιλίας, σάν αὐτή, πού εἶχε ὁ ἴδιος μέ τόν Μέγα Βασίλειο. Ὁ ἴδιος ἔλεγε, ὅτι «ἐφαίνετο νά ἔχωμεν οἱ δύο μας μίαν ψυχήν πού ἐκατοικοῦσεν εἰς δύο σώματα. Τότε πλέον ἐγίναμεν τά πάντα ὁ ἕνας διά τόν ἄλλον, ὁμόστεγοι, ὁμοτράπεζοι, συμφυεῖς, ἀποβλέποντες εἰς τό ἴδιο καί πάντοτε αὐξάνοντες ὁ ἕνας τόν πόθο τοῦ ἄλλου, ὥστε νά γίνῃ θερμότερος καί μόνιμος».

Ἄς δοῦμε λοιπόν πῶς ἐκτίσθη αὐτή ἡ ζηλευτή, εὐλογημένη καί πασίγνωστη φιλία τῶν δύο μεγάλων ἀνδρῶν καί ἁγίων πατέρων μας. Ἔτσι θά διδαχθοῦμε κι ἐμεῖς τά μεγάλα μυστικά τῆς εὐτυχισμένης ζωῆς.

Ἡ ἀληθινή φιλία πρέπει νά εἶναι «θεῖος καί φρόνιμος ἔρως» ἀπηλλαγμένος ἁμαρτίας. Γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος: «Οἱ σωματικοί ἔρωτες, καθώς ἀφοροῦν τά πράγματα πού περνοῦν, περνοῦν κι ἐκεῖνοι ὅπως τά ἐαρινά λουλούδια. Οὔτε ἡ φλόγα μένει, ὅταν τά ξύλα τελιώσουν, ἀλλά χάνεται μαζί μέ αὐτά πού τήν τρέφουν, οὔτε ὁ πόθος ὑπάρχει, ὅταν τό προσάναμμα σβήση. Οἱ θεῖοι ὅμως καί φρόνιμοι ἔρωτες, ἐπειδή ἀναφέρονται εἰς κάτι σταθερόν, διά τοῦτο ἀκριβῶς εἶναι μονιμώτεροι καί ὅσον περισσότερον παρουσιάζεται τό κάλλος των τόσον περισσότερον συνδέουν τούς ἐραστές μέ αὐτό καί μεταξύ των. Αὐτός εἶναι ὁ νόμος τοῦ ἰδικοῦ μας ἔρωτος».

Μιά δυνατή φιλία γεννᾶται, ὅταν οἱ φίλοι διεξάγουν κοινό ἀγῶνα καί ἁμιλλῶνται εἰς τήν κατάκτησιν τῶν ὑψηλῶν κορυφῶν τῆς ἀρετῆς. Γράφει γι᾽ αὐτή τήν κοινή ἐπιδίωξιν τοῦ ἰδίου καί τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὁ ἅγιος Γρηγόριος: «Κοινή ἐπιδίωξις καί τῶν δύο ἡ ἀρετή καί ἡ συμμόρφωσις τῆς ζωῆς μας πρός τίς μελλοντικές ἐλπίδες». Ἐξομολογεῖται διά τόν θεῖον πόθον των: «Τήν ἐπιδίωξιν αὐτήν ἔχοντες ἐμπρός μας κατευθήναμεν τήν ζωήν μας ὁλόκληρον καί κάθε ἐνέργειάν μας· μᾶς ὡδηγοῦσεν ἡ ἐντολή καί ἠκονίζαμεν ὁ ἕνας εἰς τόν ἄλλον τήν ἀρετήν μας καί εἴμεθα, ἐάν δέν εἶναι ὑπερβολικόν τοῦτο νά εἴπω, ὁ ἕνας διά τόν ἄλλον κανών καί μέτρον, μέ τά ὁποῖα διακρίνεται τό ὀρθόν καί τό μή ὀρθόν».

Ἡ ἰδανική φιλία ἀνθεῖ σέ περιβάλλοντα ἀμόλυντα ἀπό τήν ἁμαρτία καί τήν συναναστροφή τῶν κακῶν καί τῶν πονηρῶν. Προσέξτε ἰδιαίτερα τίς συνετές παρατηρήσεις τοῦ ἁγίου Πατέρα μας Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: «Ἀπό τούς σπουδαστές μας συναναστρεφόμεθα, ὄχι βέβαια τούς πιό ἀνήθικους ἀλλά τούς πιό φρόνιμους· οὔτε τούς πιό ἐριστικούς ἀλλά τούς πιό εἰρηνικούς καί ἐκείνους πού ἡ συναναστροφή των εἶναι ὠφελιμωτέρα. Διότι ἐγνωρίζαμεν ὅτι εἶναι εὐκολώτερον νά λάβῃς τήν ἀσθένειαν παρά νά χαρίσῃς τήν ὑγείαν. Καί εἰς τά μαθήματα ἐφθάσαμεν νά χαιρώμεθα ὄχι μέ τά πιό εὐχάριστα ἀλλά μέ τά πιό ὠφέλιμα. Ἐπειδή καί ἀπό αὐτά οἱ νέοι συμμορφώνονται πρός τήν ἀρετήν ἤ τήν κακίαν». Μακάρι ὅλοι μας νά μπορέσουμε νά κάνουμε αὐτές τίς ἀθάνατες συμβουλές κανόνες καί νόμους ζωῆς.

Ἡ ἀληθινή φιλία στηρίζεται στούς ἀποστολικούς λόγους καί νόμους: «ὅποιος ἀγαπᾶ δέν ζητεῖ τίποτε διά τόν ἑαυτόν του». Καί «Διά τῆς φιλαδελφίας νά γίνεσθε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Νά προλαμβάνη ὁ καθένας τούς ἄλλους εἰς τό νά τούς ἀποδίδη τιμήν». Αὐτά ἐφήρμοζαν οἱ θεϊκοί πατέρες, ὅπως ἀναφέρει ὁ ἴδιος σεβαστός πατέρας μας Γρηγόριος: «Ἀγωνιζόμεθα καί οἱ δυό, ὄχι ποιός νά ἔχῃ ὁ ἴδιος τό πρωτεῖον, ἀλλά πῶς νά τό παραχωρήσῃ εἰς τόν ἄλλον· τήν εὐδοκίμησιν ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τήν ἐθεωρούσαμεν ἰδικήν μας… πρέπει νά πεισθῆτε ὅτι ἐζούσαμεν ὁ ἕνας μέσα εἰς τό εἶναι τοῦ ἄλλου καί δίπλα εἰς τόν ἄλλον». Ἡ ἀγάπη καί ὁ σεβασμός πού εἶχε ὁ ἅγιος Γρηγόριος εἰς τόν Μέγα Βασίλειον φαίνεται στά πιό κάτω λόγια μέ τά ὁποῖα συγκρίνεται ὁ ἴδιος μέ τόν φίλο του. Γράφει: «Τό ὡραιότερον εἶναι ὅτι ἐσχηματίσθη ἀπό ἐμᾶς μία ἀδελφότης πού ἐκεῖνος διεμόρφωνε καί κατηύθυνεν ὡς ἀρχηγός μέ κοινές ἱκανοποήσεις, μολονότι ἐγώ ἔτρεχα πεζός δίπλα εἰς ἅρμα Λυδικόν (ταχυδρόμον δηλαδή), ὅπου καί ὅπως ἐπήγαινεν ἑκεῖνος».

Τήν ἀληθινή φιλία συνδέει καί ὁ κοινός σκοπός τῆς ζωῆς. Ἔτσι ἄρχισε ἡ φιλία μας, ἀποκαλύπτει ὁ θεῖος πατέρας «καθώς μέ τό πέρασμα τοῦ καιροῦ ὡμολογήσαμεν τόν πόθον μας ὁ ἕνας εἰς τόν ἄλλον καί ὅτι αὐτό πού μᾶς ἐνδιέφερε ἦταν ἡ φιλοσοφία, τότε πλέον ἐγίναμεν τά πάντα ὁ ἕνας διά τόν ἄλλον».

Τήν γνήσια φιλίαν συνδέουν οἱ κοινές ἀρχές καί οἱ κοινές ἀντιλήψεις. Γι᾽ αὐτό τό θέμα γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος: «Τίποτε, νομίζω δέν ἀξίζει, ἐάν δέν ὁδηγεῖ εἰς τήν ἀρετήν καί δέν κάνει καλυτέρους ὅσους ἀσχολοῦνται μέ αὐτό. Διά τούς ἄλλους ὑπάρχουν διάφορες ὀνομασίες ἤ ἀπό τόν πατέρα ἤ ἀπό τήν οἰκογένειαν ἤ ἀπό τό ἐπάγγελμα καί τίς πράξεις των. Ἐμεῖς ὅμως ἔχομεν τό μέγα προσόν καί ὄνομα νά εἴμεθα καί νά λεγώμεθα χριστιανοί. Αὐτό ἦτο ἡ μεγαλυτέρα καύχησις γιά μᾶς».

Ἡ μεγάλη φιλία ἐκδηλώνεται μέ τρυφερότηττα, εὐαισθησία, στοργή καί φιλαδελφία. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀναφέρεται εἰς τόν φίλον του καί τόν ἀποκαλεῖ «ὁ ἐμός Βασίλειος». Δηλαδή «ὁ δικός μου Βασίλειος». Ἔτσι γίνεται, ὅταν ἡ φιλία εἶναι ἀνιδιοτελής, καθαρή καί λουσμένη στό φῶς τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης καί ἀρετῆς. Τί λέτε; Πῶς σᾶς φαίνονται αὐτά; Δοκιμάστε τα καί θά βεβαιωθῆτε, ὅτι θά σᾶς βοηθήσουν νά δημιουργήσετε γερές καί ἰσχυρές φιλίες, πού θά ἀντέξουν στόν χρόνο καί στήν τρικυμία τῆς ζωῆς σας.

Αὐτή ἡ φιλία τῶν ἁγίων ἀνδρῶν διεφημίσθη παντοῦ εἰς τόν τότε κόσμον καί ἔμεινεν εἰς τήν ἱστορίαν. Τό ὁμολογεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γρηγόριος. Γράφει: «Αὐτά ἔκαμαν νά γίνωμεν γνωστοί εἰς τούς διδασκάλους καί τούς συναδέλφους μας, γνωστοί εἰς ὅλην τήν Ἑλλάδα, καί μάλιστα εἰς τούς πιό ἐπιφανεῖς Ἕλληνες. Εἴχαμεν πλέον ξεπεράσει τά σύνορα τῆς Ἑλλάδος, ὅπως ἔγινε σαφές ἀπό διηγήσεις πολλῶν. Ἠκούοντο οἱ διδάσκαλοί μας εἰς ὅσους ἠκούοντο αἱ Ἀθῆναι, συνακουόμεθα καί ἐμεῖς οἱ δύο καί συναναστρεφόμεθα εἰς τόσους ἀνθρώπους, εἰς ὅσους καί οἱ δάσκαλοί μας καί δέν ἤμεθα ἕνα ζεῦγος ἄσημον καί κοντά καί μακράν τῶν διδασκάλων μας».

Ὁ ἴδιος θεοφόρος καί ἁγιοπνευματοκίνητος Πατέρας ἔγραψε καί τό ὡραιότατον ἐγκώμιον τῆς φιλίας:

«Μέ τίποτε ἀπό ὅ,τι ὑπάρχει εἰς τόν κόσμον δέν μπορεῖ κανείς νά συγκρίνῃ ἕνα πιστόν φίλον, καί τό κάλλος του δέν ἔχει ὅρια». «Ὁ πιστός φίλος εἶναι ἰσχυρά προστασία» (Σοφ. Σολ. ς’ 14-15) καί βασίλειον ὀχυρωμένον. Ὁ πιστός φίλος εἶναι ἔμψυχος θησαυρός. Ὁ πιστός φίλος εἶναι πολυτιμότερος ἀπό χρυσάφι καί ἀπό πολλούς πολυτίμους λίθους. Ὁ πιστός φίλος εἶναι κῆπος περιφραγμένος καί πηγή σφραγισμένη, τά ὁποῖα ἀνοίγουν πότε-πότε διά νά τά ἐπισκεφθῇ καί νά τά ἀπολαύσῃ κανείς. Ὁ πιστός φίλος εἶναι λιμάνι ἀναψυχῆς. Ἄν δέ εἶναι καί πιό συνετός, πόσον καλύτερον εἶναι τοῦτο; Ἐάν δέ εἶναι καί πολύ μορφωμένος καί διαθέτη παντοειδῆ μόρφωσιν, τήν ἰδικήν μας λέγω καί ἐκείνην ἡ ὁποία ἦτο κάποτε ἰδική μας, πόσον καλύτερον εἶναι αὐτό; Ἐάν δέ καί υἱός τοῦ φωτός (Ἰωάν. ιβ’ 36, Ἐφεσ. ε’ 8), ἤ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ (Δ’ Βασιλ. α’ 9), ἤ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος προσεγγίζει τόν Θεόν (Ἰεζεκιήλ μγ’ 19), ἤ ἔχει ἀνωτέρας, πνευματικάς ἐπιθυμίας (Δαν. θ’ 23), ἤ εἶναι ἄξιος νά φέρη ἕνα χαρακτηρισμόν ἀπό ἐκείνους μέ τούς ὁποίους τιμᾶ ἡ Γραφή τούς ἐνθέους καί ὑψηλούς, οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν εἰς ἀνωτέραν τάξιν, γεγονός τό ὁποῖον ἀποτελεῖ ἤδη δῶρον τοῦ Θεοῦ καί εἶναι σαφῶς ἀνώτερον ἀπό τήν ἰδικήν μας ἀξίαν».

Ταῦτα ἐκ τῶν ἔργων τοῦ ἱεροῦ Πατρός Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου:

Γιατί ντρέπεσαι να εξομολογηθείς;


Η ντροπή στην Εξομολόγηση έρχεται από τον σατανά πού παρακολουθεί άγρυπνος τί θα κάνουμε...

Ντρέπεσαι λοιπόν και κοκκινίζεις να ομολογήσεις τις αμαρτίες σου; Αλλά και αν ακόμα έπρεπε να τις ομολογείς μπροστά στους ανθρώπους και να εξευτελίζεσαι, ούτε και τότε θα έπρεπε να ντρέπεσαι διότι ντροπή και αισχύνη είναι το να αμαρτάνεις, και όχι το να ομολογείς τις αμαρτίες σου...

Γνωρίζω και εγώ ότι δεν ανέχεται η συνείδηση την ενθύμηση των αμαρτιών μας. Διότι αν θυμηθούμε μόνον τις αμαρτίες μας η ψυχή μας αναπηδά όπως ακριβώς αναπηδά κάποιο αδάμαστο και δύστροπο πουλάρι.

Όμως συγκράτησε, χαλιναγώγησε, χάιδευσε τη ψυχή με το χέρι, κάνε τη ήμερη, πείσε την, ότι αν δεν εξομολογηθεί τώρα στον ιερέα, θα αναγκαστεί να εξομολογηθεί εκεί όπου είναι περισσότερη η τιμωρία, όπου είναι μεγαλύτερος ο παραδειγματισμός.

Εδώ το δικαστήριο είναι χωρίς μάρτυρα και δικαστής του εαυτού σου είσαι συ ο οποίος αμάρτησες· εκεί όμως θα παρευρίσκεται όλο το πλήθος της οικουμένης αν δεν προλάβουμε να τα σβήσουμε εδώ.

Ντρέπεσαι να ομολογήσεις τα αμαρτήματα; Να ντρέπεσαι τότε και να τα διαπράτεις!

Εμείς όμως όταν διαπράττουμε αυτά τολμάμε να τα διαπράττουμε κατά τρόπον αναίσχυντο και προκλητικό όταν όμως πρόκειται να τα ομολογήσουμε, τότε ντρεπόμαστε και αποφεύγουμε, ενώ έπρεπε να κάνομε τούτο με μεγάλη προθυμία. Διότι δεν είναι ντροπή το να κατηγορείς τα αμαρτήματα, αλλά δικαιοσύνη και αρετή εάν δεν ήταν δικαιοσύνη και αρετή δεν θα έδινε γι’ αυτήν ο Θεός αμοιβή.

Το ότι πράγματι έχει αμοιβές η εξομολόγηση, άκουσε τί λέγει «Λέγε πρώτος εσύ τα αμαρτήματά σου για να δικαιωθείς». Ποιός ντρέπεται να πράξει κάτι από το οποίο θα γίνει δίκαιος; Ποιός ντρέπεται να ομολογήσει τα αμαρτήματα, για να απαλλάξει τον εαυτόν του από τα αμαρτήματα; Μήπως σε προτρέπει να τα ομολογήσεις για να σε τιμωρήσει; Όχι βέβαια για να τιμωρήσει, αλλά για να συγχωρήσει.

Στα κοσμικά δικαστήρια συμβαίνει να επέρχεται η τιμωρία μετά την ομολογία της ενοχής. Για τούτο και ο ψαλμός υποπτευόμενος ακριβώς αυτό, μη τυχόν δηλαδή φοβούμενος κανείς τιμωρία μετά την εξομολόγηση αρνηθεί να εξομολογηθεί τα αμαρτήματά του, λέγει· «εξομολογηθείτε στον Κύριο τα αμαρτήματά σας, διότι είναι αγαθός, διότι το έλεος αυτού μένει εις τον αιώνα».

Μήπως (νομίζεις ότι ο Θεός) δεν γνωρίζει τα αμαρτήματα σου, εάν εσύ δεν τα ομολογήσεις;

Λοιπόν τί περισσότερο γίνεται σε σένα όταν δεν τα ομολογείς; Μήπως μπορείς να διαφύγεις την προσοχή του;

Και αν ακόμα δεν τα πεις εσύ, εκείνος τα είδε· αν δε τα πεις εσύ εκείνος τα λησμονεί. Διότι λέγει· «Ιδού εγώ είμαι ο Θεός εκείνος ο οποίος από αγάπη εξαλείφω τις αμαρτίες σου, και δεν τις ενθυμούμαι».

Βλέπεις; «Εγώ δεν θα τις ενθυμηθώ» λέγει· διότι τούτο είναι ίδιον της φιλανθρωπίας· συ να τις θυμηθείς για να σου γίνει αφορμή σωφρονισμού.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Θαύματα της Οσίας Ματρώνας της αομμάτου, της Ρωσίδας, σε Έλληνες ορθοδόξους χριστιανούς



cebcceb1cf84cf81cf89cebdceb1 
Ήταν Κυριακή πρωί. Καθόμουν πολύ στενοχωρημένη στη βεράντα του σπιτιού μου και έκανα προσευχή στην Αγία Ματρώνα τη Ρωσίδα την αόμματο, την οποία πριν από μερικές εβδομάδες είχα επισκεφθεί στο Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στον Περισσό, όπου φυλάσσεται ιερό λείψανό της και η θαυματουργός εικόνα της. Είχα ακούσει αρκετά θαύματα που πραγματοποιεί η Οσία και με κατάνυξη αλλά και με δάκρυα στα μάτια ζητούσα να δώσει υγεία και στο πρόβλημα της κόρης μου της Αγγελικής, που υπέφερε από στραβισμό του δεξιού της οφθαλμού και προσπαθούσαμε με κάθε τρόπο να αποφύγει το παιδί την επέμβαση.
Είχα πάρει λαδάκι από την κανδήλα της Αγίας και άλειψα το ματάκι της αλλά και νυχθημερόν προσευχόμουν με δάκρυα στα μάτια για τη θεραπεία της.
Η Οσία που αγαπά πολύ τον πονεμένο άνθρωπο και ειδικά τα νέα παιδιά, δεν άργησε και χάρισε στο παιδί μου τη θεραπεία του και δεν χρειάστηκαν ιατρικές επεμβάσεις.
Ευχαριστώ την Αγία για το μεγάλο θαύμα της. Να είναι ευλογημένο το άγιό της όνομα στους αιώνες.
Με πίστη Μαρία Αποστολοπούλου
Είμαι ένας αμαρτωλός που αξιώθηκα να δω το μεγάλο θαύμα του Θεού και της Αγίας Ματρώνας της Ρωσίδας. Ήξερα ότι κάθε Δευτέρα απόγευμα στο Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στον Περισσό γίνεται η Παράκληση της Οσίας και ήρθα και εγώ να παρακαλέσω για ένα μεγάλο πρόβλημά μου. Πριν καιρό είχα ένα ατύχημα. Τίποτε δεν μπορούσε να βελτιώσει την κατάστασή μου. Οι αφόρητοι πόνοι αφενός και η άσχημη ψυχολογική μου κατάσταση αφετέρου, μου έκαναν μαρτυρική τη ζωή. Και όμως ο Θεός ο οποίος θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν ασθένειαν των ανθρώπων, διά πρεσβειών της Οσίας Ματρώνας, χάρισε την βραδιά εκείνη και σε μένα το θαύμα. Δεν είχε τελειώσει η Παράκληση και αισθάνθηκα το βάρος του πόνου και την κακή ψυχολογική μου κατάσταση να χάνονται και να αισθάνομαι σαν πρώτα που ήμουν υγιής. Μεγάλη η χαρά μου αλλά και η ευχαριστία μου προς την Οσια, γιατί από εκείνη τη στιγμή έπαψα να υποφέρω και σαν κλωστή κόπηκαν οι πόνοι και η άσχημη ψυχολογία μου.
Κωνσταντίνος Κωστόπουλος
Σεβαστέ μου Γέροντα Αθηναγόρα, ευλογείτε.
Προ πολλού έπρεπε ίσως να σας πληροφορήσω περί της ευεργεσίας και θεραπείας την οποία έλαβα από την Αγία Ματρώνα τη Ρωσίδα, προστάτιδα των χριστιανών και καταφύγιο των πονεμένων και ασθενούντων. Φορτωμένος με κακοήθη όγκο και φρικτούς πόνους στην κοιλιακή χώρα βάδιζα το δρόμο μου σκεπτόμενος ότι το τέλος πλησιάζει. Μέσα μου όμως κάτι μου έλεγε ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει. Με τη σκέψη αυτή αλλά και με την πίστη που με διακρίνει από παιδί (δώρο της μητέρας μου) άρχισα να ζητώ τη βοήθεια από το Θεό και την πρεσβεία της θαυματουργού Αγίας Ματρώνας. Πολλές φορές προχώρησα ως το επιβλητικό προσκυνητάρι της Αγίας, έκλαψα, παρακάλεσα, πήρα λαδάκι από την κανδήλα της και καθημερινώς σταύρωνα και άλειφα το σημείο του σώματος που βρισκόταν ο όγκος. Μετά από καιρό και με την υπόδειξη του ιατρού έκανα αξονική και, ω του παραδόξου θαύματος, ο όγκος είχε υποχωρήσει. Οι πόνοι με είχαν εγκαταλείψει και εγώ χαρούμενος και υγιής πλέον επέστρεφα στο σπίτι μου. Δέκα μήνες έχουν περάσει από τότε και με τη χάρη του Θεού και την πρεσβεία της Αγίας Ματρώνας, χαίρω άκρας υγείας! Σ’ ευχαριστώ, Αγία μου, για την απλόχερη ευλογία σου σε μένα τον αμαρτωλό που πιστεύω ότι αναξίως την εδέχθηκα.
Ο ικέτης σου Σπύρος Τάνταρος
Επισκεφθήκαμε τον ιερό ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, προσκεκλημένοι, ο άνδρας μου και εγώ, σε γάμο φιλικού μας προσώπου. Έως ότου αρχίσει το μυστήριο του γάμου, περιεργαζόμουν τον πανέμορφο αυτό ναό της Παναγίας μας και σε κάποιο σημείο διέκρινα ένα τεράστιο προσκυνητάρι με μία επιβλητική εικόνα σε χρυσό φόντο και προχώρησα να προσκυνήσω. Μετά από λίγο και ενώ προσευχόμουν, με πλησίασε ένας μακρυγένης ιερεύς πνευματικός και με περισσή ταπείνωση, αν το διέκρινα σωστά, με ρώτησε: «Γνωρίζετε ποιά είναι η Οσία αυτή;». Του απάντησα πως δεν την γνωρίζω. Εκείνος με πολλή καλοσύνη με ενημέρωσε εκτενώς για τη βιογραφία της Οσίας Ματρώνας. Μου μίλησε για τα θαύματά της και εγώ έχοντας μέσα μου μεγάλο πόνο, γιατί δεν είχα αποκτήσει έπειτα από αρκετό χρονικό διάστημα γάμου ένα παιδί, έκλαψα και του είπα να παρακαλέσει για μένα και τον άνδρα μου να μεσολαβήσει η Αγία στον Κύριο να μας δώσει ένα παιδί. Ευγενής ο ευλογημένος παππούλης μου είπε: «Κάνε προσευχή και συ και ο άνδρας σου κι εγώ καθημερινώς θα ανάβω ένα κερί στην Οσία και θα την παρακαλώ για σένα». Μετά από τρεις μήνες, έπειτα από πολλή προσευχή, έμεινα έγκυος και γέννησα ένα αγοράκι το οποίο βαπτίσαμε σ’ αυτόν το ναό, δοξάζοντας το Θεό και την Αγία Ματρώνα για το μεγάλο δώρο τους στην αναξιότητά μας. Όπως επίσης και το σεβαστό Γέροντα Αθηναγόρα για τις προσευχές και την αγάπη του.
Μαργαρίτα – Αλέξανδρος
Ο Ιερεύς του Ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στον Περισσό είχε ένα πρόβλημα εξωτερικά στο αυτί του· συγκεκριμένα μία οξύτατη φλεγμονή η οποία του δημιουργούσε πολύ πόνο και άλλα σοβαρά προβλήματα. Πολλές φορές παρακαλούσε τον Κύριο και την Θεοτόκον την οποία πολλά χρόνια υπηρετεί, να του θεραπεύσουν το πρόβλημα. Μία ημέρα ευρισκόμενος σε απελπιστική κατάσταση, έρχεται στο προσκυνητάρι της Οσίας Ματρώνας όπου εκτός της θαυματουργού εικόνας της υπάρχει και ιερό της λείψανο και άρχισε μετά δακρύων να προσεύχεται και να την επικαλείται να τον θεραπεύσει λέγοντάς της: «Αγία μου, ο πατήρ Αθηναγόρας ομιλεί στον κόσμο και σε μένα πολλές φορές για τα αναρίθμητα θαύματά σου· κάνε και σε μένα το θαύμα σου». Κλαίγοντας και βάζοντας λαδάκι από την κανδήλα της Αγίας μπήκε στο γραφείο του Ιερού Ναού προβληματισμένος. Μετά από λίγο και ενώ σταύρωνε το σημείο της φλεγμονής αυτής άνοιξε και άρχισε να αποβάλλει πύον, θεραπεύοντας έτσι το μεγάλο πρόβλημα της υγείας που αντιμετώπιζε ο συγκεκριμένος ιερεύς. Θέλω επίσης να αναφέρω για την ιστορία ότι προ ενός έτους ο ίδιος αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα στο αριστερό αυτί, αλλά δυστυχώς έκανε επέμβαση για την ίασή του.
Ευγνώμων
Δημήτριος Ντούνης, Ιερεύς
Αγία μου Ματρώνα, σ’ ευχαριστώ για τη βοήθειά σου και τη θεραπεία που πρόσφερες στο παιδί μου το Νικόλα, ο οποίος είχε μεγάλο πρόβλημα δυσλεξίας. Ειδικοί επιστήμονες με είχαν ενημερώσει ότι τα πράγματα ήταν δύσκολα. Θα προσπαθούσαν φυσικά για το καλύτερο, χωρίς να μας βεβαιώνουν ότι θα είχαμε επιτυχία. Και όμως εγώ, γνωρίζοντας τα θαύματά σου, πήρα το παιδί μου και κρατώντας άνθη στα χέρια μας που τόσο αγαπάς ήρθα στο Ναό που φιλοξενεί ιερό σου λείψανο και την εικόνα σου και με δάκρυα στα μάτια σε παρακάλεσα γι’ αυτό το παιδί. Πίστεψα ότι με άκουσες, ότι δέχθηκες την κραυγή μιας πονεμένης μάνας. Πήρα λαδάκι από την κανδήλα σου και κάθε ημέρα, επί σαράντα ημέρες, έσταζα στο στόμα του παιδιού μου λάδι ευλογημένο και το θαύμα δεν άργησε. Το παιδί μου μετά από καιρό και με τη βοήθεια των ειδικών είχε γίνει καλά. Δέξου και πάλι τις ευχαριστίες και την ευγνωμοσύνη μας.
Με όλη μας τη πίστη
Μαύρα και Νικόλας Σιδέρης
Οσία μου Ματρωνούλα, σε ευχαριστώ για την αγάπη και για όλα όσα έχεις μέχρι τώρα επιτελέσει σε μένα την ανάξια. Σε παρακαλώ, βοήθησέ με στα πρακτικά ζητήματα που εκκρεμούν στη ζωή μου, για να μπορέσω να αφιερωθώ απρόσκοπτα στην υπηρεσία του θελήματος του Κυρίου, επιδεικνύοντας την υπακοή και τη φιλοπονία μου προς δόξαν Του και προς χάριν της αγάπης Του. Σε παρακαλώ, προστάτευε τους αδελφούς μου εν Χριστώ σε κάθε τους βήμα και μην επιτρέψεις να κινδυνεύσουν ποτέ από κακό εκείνοι και τα αγαπητά τους οικεία πρόσωπα. Βοήθησέ μας, ώστε πάντοτε να συνεργαζόμαστε με αμείωτη ενότητα για το καλό των αδελφών. Δίνε μας υγεία πνευματική και σωματική και αυτάρκεια υλική για να επιτύχουμε στον ιερό σκοπό μας. Σ’ ευχαριστώ πολύ, οσία Ματρωνούλα, που είσαι φίλη μου και μην ξεχάσεις ποτέ σε παρακαλώ πόσο επιθυμώ να μιμηθώ τον καλόν αγώνα σου.
Η ανάξια δούλη Κυρίου Αικατερίνη
Θαυμαστή βοήθεια χρειάσθηκα και είχα τη βοήθεια της τρεις φορές:
Μια φορά σε σοβαρό πρόβλημα υγείας του υιού μου Γρηγορίου, ο οποίος ξαφνικά αντιμετώπισε πρόβλημα με την καρδιά του. Ύστερα από θερμή και ειλικρινή παράκληση, η οσία Ματρώνα έκανε το θαύμα της και το πρόβλημα αντιμετωπίσθηκε με τον καλύτερο και ασφαλέστερο τρόπο και είχε αίσια έκβαση και αποτελεσματική θεραπεία.
Μια δεύτερη φορά σε σοβαρό πρόβλημα υγείας της συζύγου μου Ιωάννας, το οποίο πρόβλημα επίσης αντιμετωπίσθηκε με μεγάλη επιτυχία, πάντοτε φυσικά με τη βοήθεια της οσίας Ματρώνας, στην οποία και πάλι είχα προσφύγει, με πίστη και ειλικρινά παράκληση για βοήθεια.
Μια τρίτη φορά σε πάρα πολύ σοβαρό πρόβλημα του εξ αγχιστείας πατέρα μου Χρήστου, η αντιμετώπιση του οποίου, με τη συμπαράσταση της οσίας μας Ματρώνας, έχει την καλύτερη έκβαση, που θα μπορούσε να έχει, από κάθε άποψη, με ανέλπιστα και εξαιρετικά μέχρι στιγμής, αποτελέσματα.
Δεν είχαν ποτέ, φυσικά, την παραμικρή αμφιβολία, για την άμεση βοήθεια της οσίας μας, όπου και όταν θα τη ζητούσα, ωστόσο είμαι πλέον πεπεισμένος ότι όταν με πίστη ζητά κάποιος τη βοήθεια ενός αγίου για μεσιτεία προς τον Κύριο, τότε είναι σίγουρο ότι θα την έχει.
Το έχει πει άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριος Υμών Ιησούς Χριστός: «αιτείτε και δοθείσετε υμίν».
Παύλος Γρ. Βενιέρης
Φωτογραφία:apollonios.pblogs.gr
Πηγή: Αρχιμ. Αθηναγόρα Δ. Κολυβά, Οσία Ματρώνα η Ρωσίδα, η αόματος και θαυματουργός Ουρανοπολίτισσα, Αθήνα 2011

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Οι φροντίδες του σπιτιού





Εξαιτίας της συζητήσεώς μας για τον αγώνα με τα πάθη, την οποία πια ολοκληρώσαμε- αν και στην πραγματικότητα μια τέτοια συζήτηση δεν ολοκληρώνεται ποτέ-, άφησα σχεδόν αναπάντητα διάφορα ερωτήματα, που μου έθεσες στο μεταξύ. Κάποιες έμμεσες απαντήσεις σε ορισμένα απ’ αυτά σου έχω δώσει ήδη. Τώρα θ’ απαντήσω στα υπόλοιπα.

Γράφεις ότι έχεις πολλές φροντίδες και μέριμνες στο σπίτι. Κάνε με επιμέλεια και φιλοτιμία ότι σου ζητούν οι δικοί σου. Αυτό είναι το καθήκον σου. Αλλά να ασχολείσαι με όλα ήρεμα, δίχως άγχος, ταραχή ή βαρυγγώμια. Οι μέριμνες συνοδεύονται συνήθως από εσωτερική αναστάτωση. Αυτό δεν είναι σωστό. Δεν μπορείς, βέβαια, πάντοτε να εξετάζεις ότι σου αναθέτουν με απόλυτη νηφαλιότητα και να το εκτελείς με τέλεια αυτοσυγκέντρωση, χωρίς την παραμικρή ταραχή ή διάσπαση. Την πνευματική ζωή, πάντως, δεν τη δυσχεραίνουν τόσο αυτές καθεαυτές οι καθημερινές ασχολίες του επίγειου βίου μας , που είναι αναγκαίες και αναπόφευκτες, όσο οι μάταιες μέριμνες , οι πολλαπλές έννοιες και το διαρκές άγχος. Το άγχος κατατρώει βασανιστικά την καρδιά και εμποδίζει την πνευματική προκοπή. Ξεχώρισε, λοιπόν, τις αναγκαίες ασχολίες από τις μάταιες μέριμνες και τον έλλογο ζήλο από το άλογο άγχος. Μάθε να εργάζεσαι νηφάλια, διατηρώντας τη μνήμη του Θεού και πιστεύοντας ότι ευαρεστείς Εκείνον, όταν όλα σου τα έργα τα πράττεις ευσυνείδητα.

Γενικά, μη δείχνεις ιδιορρυθμία σε καμιά περίπτωση. Να είσαι ευγενική, καλοσυνάτη και πρόσχαρη με όλους, όπως πάντα. Μόνο ν’ αποφεύγεις τα πολλά γέλια, τα χοντροκομμένα αστεία και τα μάταια λόγια. Μπορείς και χωρίς αυτά να είσαι αβρή, ιλαρή και ευσυμπάθητη. Ποτέ να μην είσαι σκυθρωπή. όταν ο Κύριος λέει σ’ εκείνους που νηστεύουν να περιποιούνται τα μαλλιά τους και να νίβουν τα πρόσωπά τους ( Ματθ. 6:17 ), εννοεί ακριβώς ότι πρέπει ν’ αποφεύγουν τη σκυθρωπότητα.

Ο Θεός να σε φωτίσει!


Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου
Πηγή: Από το βιβλίο «Ο δρόμος της ζωής γράμματα σε μια ψυχή»

«Τό στάδιο τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται»


Ασφαλώς δε θα αδικούσαμε την αλήθεια, αν λέγαμε ότι αυτό που ως κοινή εσωτερική κατάσταση -συμπυκνωμένη αυτή τη στιγμή- κυριαρχεί στις ψυχές μας είναι η μεγάλη προσδοκία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Υπάρχει μπροστά μας μια ολόκληρη περίοδος γεμάτη από πνευματικές προκλήσεις και ευκαιρίες που η αξιοποίησή τους αποτελεί ανάγκη της ψυχής μας. Όλοι κατανοούμε πόση ανάγκη έχουμε να ανεβούμε λίγο προς τα πάνω, κάπως να αλλάξει η ζωή μας, να μεταμορφωθεί και να μπολιαστεί από τη χάρι του Θεού με έναν τρόπο αισθητό και ουσιαστικά αποτελεσματικό. Υπάρχει μέσα στην ψυχή του καθενός μας εγκατεστημένος ο πόθος και η θεία και ιερή προσδοκία για κάτι ανώτερο, για κάτι αλλιώτικο, για κάτι πνευματικότερο και ουσιαστικότερο στη ζωή μας.

Βρισκόμαστε, λοιπόν, στα πρόθυρα ακριβώς αυτής της ευλογημένης περιόδου που είναι η πιο όμορφη περίοδος του έτους, η πιο κατανυκτική, η πιο πλούσια σε πνευματικές αφορμές και ευκαιρίες. Ήδη η λειτουργική ατμόσφαιρά της έχει γίνει κατανυκτικότερη εξωτερικά: πέφτει ο φωτισμός, σκουραίνουν τα χρώματα, μαζεύεται ο καθένας μας περισσότερο μέσα του. Αλλάζει και ο χαρακτήρας των ακολουθιών: οι γνωστές καθημερινές Θείες Λειτουργίες έχουν δώσει τη θέση τους στις έκτακτες Λειτουργίες των Προηγιασμένων Δώρων, κάθε Τετάρτη και Παρασκευή. Επιπλέον, υπάρχουν οι Κατανυκτικοί Εσπερινοί, οι Χαιρετισμοί, τα Μεγάλα Απόδειπνα, ο Μέγας Κανών, ο ιδιάζων χαρακτήρας της καθεμιάς από τις εορτές που έχουμε μπροστά μας κ.ο.κ. Και όλα αυτά τα δένει η αυστηρή νηστεία, που αποτελεί τη σφραγίδα της ταυτότητας αυτής της περιόδου.

Πώς λοιπόν θα μπορούσαμε αυτή τη στιγμή να βοηθήσουμε λίγο την ψυχή μας, που είναι δύσκαμπτη και κλειστή, κάπως να ανοίξει, να γίνει πιο ευέλικτη, πιο ευκίνητη περί τα πνευματικά, και να μπορέσει να θέσει σε εφαρμογή αυτό που έχει ως όνειρο, ως πόθο και ως προσδοκία, ώστε να διευκολυνθεί η είσοδος της χάριτος και της ευλογίας του Θεού και να φανερωθεί κάποιο αποτέλεσμα στη ζωή μας; Πολλά θα μπορούσε κανείς να πει. Ας σταθούμε όμως απόψε σε τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά, τα οποία προκύπτουν μέσα από την Κυριακή αυτή της Τυροφάγου και αναδύονται μέσα από το περιεχόμενο των τροπαρίων που ακούσαμε σήμερα το πρωί και τώρα το βράδυ στον Κατανυκτικό Εσπερινό.

Το πρώτο στοιχείο είναι ο αγώνας. Χρειάζεται η ψυχή μας μια απόφαση για αγώνα, για έξοδο από τη χαλάρωση και την ευκολία, για εντονότερη προσπάθεια, για άσκηση. Να κάνει κανείς ό,τι μπορεί, λίγο παραπάνω απ’ όσο νομίζει ότι μπορεί. Να τεντώσει τις δυνατότητές του πέρα από τα γνωστά όριά του. Να μπορέσει να στοχεύσει στο τι ακριβώς χρειάζεται η ψυχή του. Έλεγε το πρωί ένα τροπάριο στους Αίνους: «Τό στάδιο τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται,». Αναφέρεται σε ένα στάδιο αρετών και αγώνων που ήδη έχει ανοίξει και προτρέπει όποιον θέλει, χωρίς αναστολές, να εισέλθει: «Οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε». Και παρακάτω χρησιμοποιεί τη λέξη «αντιμαχησόμεθα», που εκφράζει το μαχητικό φρόνημα με το οποίο πρέπει να ανταποδώσουμε τις επιθέσεις που δεχόμαστε, για να μπορέσουμε, όπως λέγει στη συνέχεια, οπλισμένοι με τα όπλα των αρετών να προχωρήσουμε νικηφόρα σε αυτόν τον αγώνα. Ο οπλισμός των ημερών έχει ως θώρακα την προσευχή, ως περικεφαλαία την ελεημοσύνη, ως μάχαιρα τη νηστεία. Ο υμνογράφος χρησιμοποιεί πολεμική διάλεκτο, η οποία δεν οφείλεται σε φιλολογική συγκυρία ή φραστικό τέχνασμα, αλλά στο ότι στοχεύει να περιγράψει το αγωνιστικό φρόνημα με το οποίο κάθε πιστός καλείται να ριχθεί στο στάδιο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Είναι πολύ σημαντικό κάθε μέρα, κάθε λεπτό να μπορεί ο καθένας μας να τοποθετείται ενώπιον του Θεού και να εξομολογείται, διακρίνοντας στο βάθος της ψυχής του τα ελαττώματα, τις αδυναμίες, τα πάθη εναντίον των οποίων και πρέπει να αγωνισθεί. Έλεγε πάλι ένα τροπάριο ότι καλή είναι η νηστεία των «βρωμάτων», δηλαδή των τροφών, αλλά «νηστεία αληθής ή των κακών αλλοτρίωσις», πράγμα που σημαίνει ότι, παράλληλα με τον αγώνα της νηστείας, πρέπει να κάνουμε και τον ουσιαστικότερο αγώνα εναντίον των παθών μας. Και έχουμε όλοι μας πάθη! Πάθη κρυμμένα, πάθη τα οποία δεν θέλουμε να ομολογούμε ούτε στον εαυτό μας, πάθη και αδυναμίες που βασανίζουν την ψυχή μας και που την κρατούν δέσμια, απαγορεύοντάς της να απελευθερωθεί και να πετάξει λίγο πιο ψηλά από τον κόσμο στον οποίο βρίσκεται.

Το πρώτο στοιχείο λοιπόν στο οποίο μας καλεί η Εκκλησία είναι να εντοπίσουμε την αδυναμία μας και με τη συνεργία και βοήθεια των πνευματικών μας, μέσα στις στιγμές της ησυχίας μας, να διακρίνει ο καθένας μας το δικό του πάθος- όχι του διπλανού του από το ποίο θέλει να απαλλαγεί, αλλά τη δική του αδυναμία, τη δική του δουλεία, τη δική του αμαρτία, αυτή που και στον εαυτό του ακόμη αρνείται να ομολογήσει.

Η ευκαιρία της νηστείας είναι μεγάλη. Δι’ αυτής, η Εκκλησία μας εισάγει σε έναν αγώνα εναντίον της φύσεώς μας, διότι έχουμε όλοι την τάση της λαιμαργίας, έχουμε όλοι ορμές εσωτερικές που εκφράζονται με το σώμα μας. Πολύ βαθειά φυτευμένες, που πραγματικά παγιδεύουν τη βούληση, παραλύουν τη θέληση και πνίγουν την ελευθερία μας. Αυτός είναι ο λόγος που η νηστεία είναι τόσο καλά ριζωμένη στη ζωή, την παράδοση και την εμπειρία της Εκκλησίας μας. Να λοιπόν μία καλή ευκαιρία να αρχίσουμε τον αγώνα αυτής της περιόδου από τη νηστεία, από κάτι που είναι ίσως εξωτερικό, είναι όμως και τόσο σημαντικό.

Πηγή: Από το βιβλίο «Από το καθ’ ημέραν στο καθ’ ομοίωσιν»
Νικολάου Μητροπολίτου Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Το νόημα της Νηστείας (Ματθ. 6, 14-21),Πέτρος Παναγιωτόπουλος


christian_treatment_hope-300x210
Ολοκληρώνοντας την περίοδο της προετοιμασίας για την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, την περίοδο του Τριωδίου δηλαδή, η Εκκλησία ορίζει ώστε το ευαγγελικό ανάγνωσμα της τελευταίας Κυριακής πριν από την περίοδο της Νηστείας (Ματθ. 6, 14-21), να περιλαμβάνει ένα σύνολο από απλές και πρακτικές συμβουλές για το αληθινό νόημα της νηστείας και της εγκράτειας. Πραγματικά, λοιπόν, βλέπουμε σ’ αυτό το ευαγγελικό ανάγνωσμα τον Κύριο να καθοδηγεί τους ακροατές Του – και κοντά σ’ αυτούς, τους πιστούς Του σε όλους τους αιώνες – για το πώς οφείλουν οι άνθρωποι να συμπεριφέρονται κατά την περίοδο της νηστείας.
Καταρχάς τονίζεται – για την ακρίβεια: επαναλαμβάνεται – η κεντρική σημασία της συγχώρεσης. Αν ο άνθρωπος θέλει να προετοιμασθεί, για να συγχωρεθούν τα αμαρτήματά του, καλό θα είναι να γνωρίζει ότι πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να συγχωρέσει ο ίδιος τα παραπτώματα των συνανθρώπων του, τις αδικίες που έχουν διαπράξει οι άλλοι εναντίον του. Αν δεν καταφέρει να δώσει ο ίδιος άφεση αμαρτιών σε όσα του έχουν κάνει, ας μην ελπίζει ότι ο Θεός θα εισακούσει τις προσευχές του και θα παραγράψει τις δικές του ανομίες. Σε πολλές ευκαιρίες ο Χριστός είχε ξεκαθαρίσει προς τους μαθητές Του, ότι η κατάκριση λογίζεται ως ένα πολύ βαρύ αμάρτημα ενώπιον του Θεού. Αλλά και σε όλη τη χριστιανική παράδοση, κατόπιν, τονιζόταν ότι εκεί βρίσκεται ο πυρήνας του αληθινού χριστιανικού ήθους. Μάλιστα, ο αββάς Μάρκος έλεγε ότι η πραγματική γνώση των πραγμάτων βρίσκεται στην υπομονή απέναντι στις θλίψεις που έρχονται και στο να μην κατηγορούνται οι άλλοι για τις συμφορές που βρίσκουν εμάς τους ίδιους.
Εξαίρεται, ακόμη, η σημασία της εξωτερικής εμφάνισης όσων βρίσκονται στην «παλαίστρα» της νηστείας. Επειδή στις τάξεις των ευσεβών ανθρώπων είναι πολύ πιθανό να ευδοκιμήσει η οίηση και η έπαρση, ο Χριστός τονίζει πως όσοι ζουν εγκρατή βίο, δεν θα πρέπει να δείχνουν ταλαιπωρημένοι και εξαντλημένοι, για να κερδίσουν τον εντυπωσιασμό των υπολοίπων. Ο αγώνας του ανθρώπου που εγκρατεύεται αφορά τον ίδιο και τη σχέση του με το Θεό. Δεν θα πρέπει, δηλαδή, να υπεισέλθει σ ’αυτήν την προσπάθεια η υποκρισία και η υπερηφάνεια. Ο πιστός δεν θα πρέπει να επιδιώκει το θαυμασμό και των έπαινο των συνανθρώπων του, αλλά τη γνήσια και ουσιαστική κοινωνία με το Θεό.
Θα πρέπει επίσης, πάντοτε – αλλά ιδιαίτερα κατ’ αυτήν την περίοδο – να έχουμε όλη μας την ύπαρξη στραμμένη προς τον ουρανό. Και ο καλύτερος τρόπος για να στραφούμε προς την ουράνια πατρίδα μας, είναι να πάψουμε να ασχολούμαστε αποκλειστικά με τον εαυτό μας και τις καθημερινές μέριμνες, αλλά να φροντίσουμε περισσότερο τους πάσχοντες αδελφούς μας. Έτσι, πραγματοποιούμε μια «επένδυση στον ουρανό», στους θησαυρούς της αιωνιότητας, οι οποίοι είναι ασφαλείς απέναντι σε κάθε απειλή της εγκόσμιας τρεπτότητας, που επιβουλεύεται τα αγαθά που συνάζουμε στον καθημερινό μας βίο. Με πράξεις αρεστές στο Θεό, αποκτάμε πρόσβαση στη βασιλεία Του, ενώ η μονομερής μέριμνα για τα πράγματα του κόσμου είναι μάταιη, αφού ο πανδαμάτωρ χρόνος και οι συνθήκες του βίου κάνουν τις εγκόσμιες αξίες να είναι πρόσκαιρες και φθαρτές.
Τέλος, η Εκκλησία μας δίνει μία ακόμα σπουδαία ευκαιρία πριν από την είσοδο στο «στάδιο των αρετών». Στον Εσπερινό αυτής της Κυριακής συνάζονται όλοι οι πιστοί, για να ζητήσουν και να δώσουν τη συγχώρεση αναμεταξύ τους. Να καθαρίσουν όσο μπορούν τις καρδιές τους, πριν από την προσπάθεια για τον καθαρισμό των σωμάτων.
Όλες αυτές τις συμβουλές και παρακαταθήκες, ας φροντίσουμε να τις αξιοποιήσουμε. Ας τις λάβουμε σοβαρά υπόψη μας, να ευθυγραμμίσουμε τη ζωή μας μαζί τους, να μην αφήσουμε τα πάθη και τις μέριμνές μας να μας αποπροσανατολίσουν, για να καταφέρουμε να προχωρήσουμε εν μετανοία στην οδό του Σταυρού και της Αναστάσεως του Κυρίου μας.

«Τον της Νηστείας καιρόν φαιδρώς απαρξώμεθα», Πέτρος Παναγιωτόπουλος


Φτάνοντας στο κατώφλι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία όρισε την εβδομάδα της Τυρινής, για να μας προετοιμάσει βαθμιαία τόσο σωματικά όσο και πνευματικά για την είσοδο στο στάδιο της άσκησης και των αρετών. Μετά από μία εβδομάδα αποχής από την κρεοφαγία, το Σάββατο της Τυρινής η Εκκλησία επιτελεί την ανάμνηση των αγίων ασκητών και επικαλείται το παράδειγμά τους, ώστε να ενδυναμωθούν οι πιστοί κατά την είσοδό τους στα παλαίσματα την Νηστείας. Οι αγώνες των οσίων Πατέρων αποτελούν τύπο και κανόνα της δικής μας προσπάθειας που πρόκειται να ακολουθήσει μετά από λίγο. Τα κατορθώματά τους έλαβαν αμοιβή και αποτελούν ένα λαμπερό οδοδείκτη για τις επιλογές που οφείλει να ακολουθήσει ο άνθρωπος στις δυσκολίες του βίου.
anatoli

Την Κυριακή της Τυροφάγου ακολουθεί η ανάμνηση του απολεσθέντος Παραδείσου. Υπενθυμίζονται, δηλαδή, τα αγαθά της Νηστείας, καθώς η παρακοή των Πρωτοπλάστων, με την οποία χάθηκε η παραδείσια τρυφή, ισοδυναμούσε με την αδυναμία τήρησης της μικρής νηστείας που τους είχε οριστεί. Η αστοχία του πρώτου Αδάμ αποκαθίσταται με την έλευση και τη θυσία του νέου Αδάμ, του Χριστού, ο Οποίος ανοίγει και πάλι το δρόμο για τον χαμένο Παράδεισο. Ακολουθώντας ο άνθρωπος το παράδειγμα του Υιού της Παρθένου, με νηστεία, προσευχή και τήρηση των θείων εντολών, λαμβάνει το θείο έλεος και λυτρώνεται από την αιχμαλωσία της εξορίας.
Την ίδια μέρα, στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, διδάσκεται και πάλι ο πιστός για την ουσία και την ορθή τέλεση της νηστείας. Τα λόγια του Κυρίου τού εφιστούν την προσοχή, ώστε να μη διολισθήσει η ευγενής του πρόθεση να ασκηθεί σε μια επίδειξη υπερηφάνειας και κομπορρημοσύνης. Αυτός που επιδιώκει την εγκράτεια, δεν το κάνει για το θεαθήναι ούτε αποβλέπει στον έπαινο των ανθρώπων. όλο του το είναι έχει στραφεί προς το Θεό και η ύπαρξή του είναι προσανατολισμένη προς τα θεία αγαθά. Η νηστεία δεν σημαίνει περιφρόνηση των επίγειων αγαθών, αλλά άσκηση αποδέσμευσης του ανθρώπου από την ολοκληρωτική και εγωκεντρική ενασχόλησή του με αυτά.
Τέλος, ο Εσπερινός της ίδιας ημέρας συνδέεται με την αλληλοσυγχώρεση των πιστών. Όπως για την ομολογία της πίστεως προϋποτίθεται η εκδήλωση της προς αλλήλους αγάπης, ή όπως πριν από την κατάθεση του Δώρου στο θυσιαστήριο προηγείται η καταλλαγή, έτσι και η έναρξη της κάθαρσης από τα πάθη συνδυάζεται με την άφεση των εκατέρωθεν αμαρτημάτων, ώστε όλο το εκκλησιαστικό σώμα να πορευθεί εν ομονοία στην οδό της σωφροσύνης.
Εν συνόψει, η διαδικασία της κάθαρσης από τα πάθη δεν συντελείται μέσα σε μια καταθλιπτική ατμόσφαιρα ούτε πρόκειται για μια βλοσυρή αποστροφή του παρόντος κόσμου. Ξεκινά με ένα άνοιγμα στον πλησίον και εξελίσσεται με τη φροντίδα για αυτόν. Η σύνεση που επιβάλλει η επιδίωξη της εγκράτειας και το πένθος για την έκπτωση από τους κόλπους της Βασιλείας πραγματοποιούνται μέσα στο ιλαρό φως της φροντίδας για τους άλλους και της θείας αγάπης. Η αποβολή του άχθους των παθών καθιστά διαυγή και τη ματιά του ανθρώπου και τον κόσμο που τον περιβάλλει.

Σώζονται άραγε αυτοί που δεν είναι βαπτισμένοι;Μία αγιορείτικη διήγηση


βαπτηση

 Όταν κάποτε επισκέφθηκα τις σπηλιές του Αγίου Όρους, κάποια φορά συνάντησα έναν ασκητή με τον οποίο κάθησα να συζητήσω και να ρωτήσω κά­ποια πράγματα… Τον ερώτησα λοιπόν, ανάμεσα σε άλλα, αν σώζονται αυτοί που δεν είναι βαπτισμένοι… Κι εκείνος μου είπε:
«Θα σου πω, παιδί μου, τι συνέβη κάποτε, στην Μ. Ασία… Ζούσε, κάποτε, εκεί ένας Τούρκος ο οποίος αγαπούσε πολύ τους Χριστιανούς. Βοηθούσε πάρα πολύ την εκκλησία. Βοήθησε μάλιστα να γίνει κι ένα μοναστήρι…Όπου υπήρ­χε φτωχός, αυτός έτρεχε και βοηθούσε…
Αλλά, ενώ ήταν ο καλύτερος άνθρωπος -κι απ’ τους Χριστιανούς καλύτερος- δεν είχε βαπτιστεί· δεν είχε αποφασίσει να βαπτιστεί! Το άφηνε για αργότερα…
Κάποια φορά, όμως, πέθανε. Και πέθανε πριν να βαπτιστεί! Ο ηγούμενος του μοναστηριού πολύ στεναχωρέθηκε. Στεναχωρέθηκε, γιατί έφυγε ο άνθρωπος αυτός από τη ζωή, πριν προλάβει να βαπτιστεί… Αλλ’ όμως ήτανε τόσο καλός άνθρωπος ο Χασάν!!…
Έκανε λοιπόν προσευχή πολλή και κάποια μέρα έρχε­ται ένας άγγελος και του λέγει:
-Θέλεις να πάμε να δεις, που βρίσκεται ο Χασάν; -Ναι, του είπε ο ηγούμενος…
Τον επήρε λοιπόν ο άγγελος κι ανέβηκαν, ανέβηκαν, ανέβηκαν… κι έφθασαν σ ’ έναν περίλαμπρο Ναό. Άστραφταν όλα εκεί μέσα! Ψαλμωδίες ακούγονταν από παντού… Ο ηγούμενος τα’ χασε. Όταν μπήκε μέσα σ’ αυτόν τον περίλαμπρο Ναό, ξέχασε και τον Χασάν…, τα ξέχασε όλα! Δεν ήθελε να φύγει μέσα από κει!… Αλλά κάποια στιγμή ο άγγε­λος πήγε κοντά του και του είπε:
-Πάμε, λοιπόν, να φύγουμε…
Καθώς έφευγαν, τον ρωτάει ο άγγε­λος:
-Είδες τον Χασάν;
Τότε θυμήθηκε ο ηγούμενος και εί­πε:
-Όχι, δεν τον είδα!
-Δεν τον είδες;
-Όχι, δεν τον είδα!
-Πάμε, λοιπόν, πίσω για να τον δεις…
Μόλις επέστρεψαν, έξω από το Ναό, εκεί πάνω στις σκάλες του, απέναντι στο φως, υπήρχε ένα σκυλί τυφλό, το οποίο καθόταν σαν να λιαζότανε στο φως. Είπε τότε στον ηγούμενο ο άγγελος:
-Αυτή είναι η ψυχή του Χασάν. Δεν καταλαβαίνει που βρίσκεται, δεν βλέπει τίποτα, δεν ακούει τίποτα,… αλλά δεν είναι στο πυρ της Κολάσεως!…
Το ίδιο -μου είπε καταλήγοντας ο Γέροντας- συμβαίνει και με τις ψυχές των αιρετικών. Αν είναι καλοί άνθρωποι, ούτε στη γέενα της Κολάσεως πηγαίνουν, αλλά ούτε και στην τρυφή του Παραδείσου…».
Από κήρυγμα που απηύθυνε ο Καθηγούμενος του Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος προς το εκκλησίασμα που συμμετείχε στην ευχαριστιακή Σύναξη της Κυριακής 28 Μαΐου 2006 (Κυριακή του Τυφλού).
  • ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «ΦΙΛΟΙ ΙΕΡΟΥ ΚΟΙΝΟΒΙΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ» ΕΤΟΣ 7ο – ΤΕΥΧΟΣ 38 – ΙΟΥΝΙΟΣ 2006 - ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟ ΕΓΚΟΛΠΙΟ

Τί είναι το Τριώδιο και σε τί χρησιμεύει;


triodio

Όταν κάποιος ξεκινάει ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει που πηγαίνει. Αυτό συμβαίνει και με τη Μεγάλη Σαρακοστή.
Πάνω απ΄ όλα η Μ. Σαρακοστή, είναι ένα πνευματικό ταξίδι που προορισμός του είναι το Πάσχα, “η Εορτή των Εορτών”. Η νέα ζωή η οποία πρίν δύο χιλιάδες περίπου χρόνια “ανέτειλε εκ του τάφου”, προσφέρθηκε σε μας, σε όλους εκείνους που πιστεύουν στο Χριστό. Μας δόθηκε τη μέρα που βαφτιστήκαμε.
Έτσι το Πάσχα πανηγυρίζουμε την Ανάσταση του Χριστού σαν γεγονός που έγινε και ακόμη γίνεται σε μας. Γιατί ο καθένας μας έλαβε το δώρο αυτής της νέας ζωής.
Είναι ένα δώρο που ριζικά αλλάζει τη διάθεσή μας απέναντι σε κάθε κατάσταση αυτού του κόσμου, ακόμη και απέναντι στο θάνατο. Επιβεβαιώνουμε θριαμβευτικά το: “νικήθηκε ο θάνατος”. Φυσικά υπάρχει ακόμα ο θάνατος, είναι σίγουρος, τον αντιμετωπίζουμε, και κάποια μέρα θα έρθει και για μας. Αλλά όλη η πίστη μας είναι ότι με το δικό Του θάνατο ο Χριστός άλλαξε τη φύση ακριβώς του θανάτου.
Τόν έκανε πέρασμα – “διάβαση”, “Πάσχα” – στη βασιλεία του Θεού μεταμορφώνοντας τη δραματικότερη τραγωδία σε αιώνιο θρίαμβο, σε νίκη. Με το “Θανάτω θάνατον πατήσας”, μας έκανε μετόχους της Ανάστασής Του.
Τέτοια είναι η πίστη της Εκκλησίας μας. Εμείς ξεχνάμε όλα αυτά γιατί είμαστε απασχολημένοι, τόσο βυθισμένοι στις καθημερινές έγνοιες μας, που ξεχνάμε ακόμα και το θάνατο και τελικά, εντελώς αιφνιδιαστικά, μέσα στις “απολαύσεις της ζωής μας” μας έρχεται τρομακτικός, αναπόφευκτος, παράλογος.
Πραγματικά ζούμε σαν να μην ήρθε ποτέ Εκείνος. Αυτή είναι η μόνη πραγματική αμαρτία, όλων των κατ’ όνομα χριστιανών. Αν το αναγνωρίσουμε αυτό, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι το Πάσχα και γατί χρειάζεται και προϋποθέτει τη Μεγάλη Σαρακοστή.
Ολόκληρη η λατρεία της Εκκλησίας μας είναι οργανωμένη γύρω από το Πάσχα, που είναι το Τέλος και που ταυτόχρονα είναι και η Αρχή.
Για πολλούς από τους χριστιανούς, η Μεγάλη Σαρακοστή αποτελείται από τυπικούς κανόνες που επικρατεί το αρνητικό στοιχείο, όπως η αποχή απο ορισμένα φαγητά. Όμως σκοπός της είναι να “μαλακώσει” τη καρδιά μας τόσο, ώστε να μπορεί να αποκτήσει την εμπειρία της κρυμμένης “δίψας και πείνας” για επικοινωνία με το Θεό. Αυτή η “ατμόσφαιρα” της Μ. Σαρακοστής δημιουργείται βασικά με τη λατρεία, με τους ύμνους του Τριωδίου που οι ιεροί υμνογράφοι, συνέθεσαν και οργάνωσαν όλες τις ακολουθίες, με θαυμαστή κατανόηση της ανθρώπινης ψυχής.
Το ΤΡΙΩΔΙΟ είναι ένα λειτουργικό βιβλίο που περιλαμβάνει ύμνους και βιβλικά αναγνώσματα γιά την κάθε μέρα της περιόδου της Μ. Σαρακοστής, η οποία αρχίζει με την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου και τελειώνει με τον Εσπερινό του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου.
Η άγνοια των ύμνων του Τριωδίου είναι η βασική αιτία που μας κάνει σιγά σιγά να παραμορφώνουμε τη κατανόηση, το σκοπό και το νόημα της Μεγάλης Σαρακοστής.
Πολύ πριν αρχίσει η Μ. Σαρακοστή, η Εκκλησία μας αναγγέλλει ότι πλησιάζει και μας καλεί να μπούμε στην περίοδο της προετοιμασίας γι΄αυτήν. Γιατί; Γιατί η Εκκλησία έχει μια βαθειά ψυχολογική γνώση της ανθρώπινης φύσης. Ξέροντας την έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης και την τρομακτική “κοσμικότητα” της ζωής μας, αναγνωρίζει την αδυναμία μας να αλλάξουμε αυτόματα, να πάμε ξαφνικά από μια πνευματική ή διανοητική κατάσταση σε μια άλλη. Έτσι, αρκετά πριν αρχίσει η ουσιαστική προσπάθεια, η Εκκλησία προκαλεί τη προσοχή μας στη σοβαρότητα της Μ. Σαρακοστής και μας καλεί να σκεφθούμε τη σημασία της.
Αυτή η προπαρασκευαστική περίοδος περιλαμβάνει τις Κυριακές: α) Του Τελώνη και του Φαρισαίου, που αναφέρεται στην Ταπείνωση. β) Του Ασώτου, που αναφέρεται στην μετάνοια. γ) Της Απόκρεω, που αναφέρεται στην Τελευταία Κρίση και στη χριστιανική αγάπη και δ) Της Τυροφάγου, ή της Συγγνώμης που θυμόμαστε της εξορία από τον Παράδεισο των Πρωτοπλάστων.
ALEXANDER SCHMEMANN
ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ-ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

Πνευματική καθοδήγηση (Στάρετς Ανατόλιος της Όπτινα)

25-1024_8

1.Η πνευματική καθοδήγηση του γέροντα Ανατόλιου ήταν μια πλήρης αποδοχή της ελευθερίας. Ποτέ δεν απαιτούσε από κανέναν να δεχθή να κάμει κάτι που δεν το είχε καταλάβει ο ίδιος· μόνο και μόνο γιατί ήταν εντολή του. Πάντοτε άφηνε στα πνευματικά του τέκνα την άνεση, να κάμουν, ή να μη κάμουν, αυτό που τους έλεγε. Η ευλογία του δεν ήταν ποτέ εντολή. Ήταν πάντοτε μια πρόσκληση· μια υπόδειξη.
Έλεγε:
—Τι είναι αυτά που λέτε; Ο Θεός την αγαπάει την ελευθερία. Όπου το πνεύμα Κυρίου εκεί ελευθερία, όπως λέει ο απόστολος. Με το ζόρι δεν θέλει να γίνεται τίποτε!Κανέναν δεν τραβάει κοντά Του με το ζόρι! Δεν δεσμεύει κανέναν. Καλούμε να ρθούν στο σπίτι μας, επειδή το θέλουν. Έτσι και ο Χριστός κάλεσε τους Ιουδαίους. Δεν αποκλείει κανέναν. Όλους, μας υπόσχεται να μας αναπαύσει κοντά Του! «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι· καγώ αναπαύσω υμάς»(Ματθ. 11, 28). Και όταν εμείς δεν πηγαίνωμε κοντά Του, δεν μας τραβάει με το ζόρι!
2. Η πνευματική καθοδήγηση του π.Ανατόλιου ήταν όλο πραότητα και γλύκα. Συμβουλές και ευλογίες δεν έδινε ποτέ με το πρώτο, αλλά πάντοτε μετά από μερικές σοβαρές επικοινωνίες, κατά τις οποίες προσπαθούσε να κάμει τα πνευματικά του τέκνα να καταλάβουν, ποιο ήταν το θέλημα του Θεού γι’ αυτούς.
Του έγραψε μια μοναχή:
«Έλαβα γράμμα από την Γερόντισσα, προεστώσα της Μονής μας. Με καλούσε στο Όνομα του Χριστού, να πάω να με φιλοξενήσουν και να πάρω τα πράγματα μου. Πώς το αισθάνεσαι; Πως θα τό έβλεπες; Θα το δεχόσουν, ό,τι και αν επέτρεπε ο Κύριος να σου συμβή; Ειπέ μου: Πως τό βλέπεις; Πως τό αισθάνεσαι»;
Συνήθως,ο γέροντας πριν λάβει μια σοβαρή απόφαση, έδινε πρώτα ευλογία στο πνευματικό του τέκνο να εκφράσει την επιθυμία του με την προσευχή του Ιησού.
Σε ερώτημα της πνευματικής του θυγατέρας μοναχής Αμβροσίας, σε ποιο μοναστήρι θα έπρεπε «να πάει», ο γέροντας της απάντησε:
—Παρακάλεσε τον Κύριο, να σε στηρίζει και να σου δείχνει τον δρόμο Του.
3. Ο γέροντας αισθανόταν μεγάλη χαρά, όταν έβλεπε τα πνευματικά του παιδιά να βιάζουν τον εαυτό τους να τηρούν τις εντολές του∙ και τα ευχαριστούσε με πολύ θερμά λόγια γι’ αυτό.
—Να σε ευλογεί ο Θεός, που με ακούς!..
Η σχολή υπακοής του στάρετς Ανατόλιου απαιτούσε υπομονή και εκκοπή του θελήματος.
Γράφει μία πνευματική του θυγατέρα, η Α. Ι. Σαπόσνικωφ:
«Κάποτε με προσκάλεσε ο ιερομόναχος π. Τυχών, να πιούμε τσάι. Συμφώνησα∙ και έτρεξα στον π. Ανατόλιο.
—Γέροντα, με προσκαλεί ο π. Τύχων να πιούμε μαζί τσάι!
Μου απάντησε:
—Τι είναι αυτά που λες; Τι εξυπνάδες είναι αυτά που λες; Που το βρήκατε σεις να πίνετε τσάι με μοναχούς; Ποτέ!
Έφυγα κατασυγχυσμένη! Και καταπικραμένη! Και στο απόδειπνο είδα τον π. Τύχωνα. Και εκείνος με είδε. Και με ερώτησε:
—Τι σου συνέβη; Γιατί δεν ήλθες; Σε περίμενα! Του είπα, γιατί. Και του ζήτησα συγγνώμη. Την άλλη ημέρα ξαναπήγα στον π. Ανατόλιο.
Και ο γέροντας μου λέει αυστηρά:
—Χθες ήθελες να πας να πιής τσάι με τον π. Τύχωνα! Πήγαινε σήμερα!..
—Γέροντα, πως να πάω σήμερα; Δεν με κάλεσε για σήμερα!
—Συ πήγαινε. Και πιε το, το τσάι!.. Επιλογή άλλη δεν είχα. Επήγα. Και προς μεγάλη μου χαρά, ευρήκα την πόρτα κλειδωμένη!
—Δόξα Σοι, Κύριε!
Τρέχω πάλι στον π. Ανατόλιο. Με βλέπει και γελάει!..
—Λοιπόν; το ήπιατε το τσάι;
Και μετά ένα τέτοιο μάθημα, ο γέροντας μου ειπε επιγραμματικά:
—Να έχεις την ευχή μου και ευλογία, που κάνεις υπακοή και με ακούς!..».
Η ίδια η Άννα Ιβάνοβνα Σαπόσνικωφ διηγήθηκε και άλλη μια ιστορία:
«Ήταν Οκτώβριος. Και έκανε ένα τρομερό κρύο. Και ο γέροντας μου έδωκε εντολή να πάω να κάμω μπάνιο στην λίμνη του αγίου Παφνουτίου.
—Γέροντα, σοβαρά το λες; Να πάω; Μόνο που το ακούω, ξυλιάζω! Πως να μπώ και στο νερό;
Την άλλη ημέρα, πάλι τα ίδια. Ο γέροντας με στέλνει να κάμω μπάνιο στην λίμνη του αγίου Παφνουτίου. Μα εγώ δεν το αποτολμώ.
Την τρίτη ημέρα, βλέπω, το πρόσωπο του γέροντα είχε εντελώς αλλάξει. Είναι απέναντι μου παγερός. Και πάλι μου λέει τα ίδια!
Ετρόμαξα και συμφώνησα:
—Καλά, γέροντα. Θα πάω!..
Και επήγα. Και εκεί ήταν μια γνωστή μου. Και εζήτησε και αυτή ευλογία. Να κάνει και αυτή μπάνιο μαζί μου.
Της λέγει:
—Δεν νομίζεις πως κάνει κρύο; Απάντησε:
—Γέροντα, αφού θα κάνει αυτή, γιατί να μην κάνω και εγώ; Γιατί θα κρυώσω εγώ;
—Καλά τότε. Να είναι ευλογημένο!.. Μόνο κύτταξε να μην κρυώσεις.
Επήγαμε.Εγώ εφόρεσα, ό,τι πιο ζεστό είχα. Και παρά ταύτα, μόλις που έφθασα εκεί είχε παγώσει η μύτη μου. Αλλά μόλις εμπήκα στο νερό, με τις ευχές του γέροντα, το νερό μου φάνηκε ζεστό. Και όχι μόνο εμπήκα στο νερό, αλλά και εκολύμβησα. Και όταν εβγήκα, δεν ειχα διάθεση να σκουπιστώ. Αισθανόμουν πολύ καλά· ζεστά. Η άλλη κυρία, μόλις που έβαλε τα πόδια της στο νερό μπλάβιασε ολόκληρη από το κρύο. Και εγώ την έβγαλα, σχεδόν αναίσθητη, από το νερό. Έκαμε μερικές προσπάθειες, να ξαναμπή στο νερό, μα δεν μπόρεσε. Και όταν γύρισα, ο γέροντας με δέχθηκε χαρούμενος. Και με ευχαρίστησε και με ευλόγησε για την υπακοή μου».
4. Ο πνευματικός πρέπει να καταδικάζει την αμαρτία. Και να βάζει επιτίμια.
Ο στάρετς Ανατόλιος το έκανε πάντοτε με πολλή πραότητα και λεπτότητα.
Ακούσατε,πως κάποια φορά «επέπληξε» την γνωστή μας Όλγα Κωσνσταντίνοβνα, γιατί είχε πέσει στο αμάρτημα της οργής.
Είχε πάει στον γέροντα με μια βαρώνη, που ήθελε να την βοηθήσει. Ο π. Ανατόλιος επήρε την βαρώνη και ασχολήθηκε μαζί της δύο φορές. Την κ. Όλγα «την άφησε στην άκρη». Αυτό συνέβη στο Σαμορντίνο. Εκεί και η κ. Όλγα και ο γέροντας έμεναν στον ξενώνα. Και η κ. Όλγα μη μπορώντας να το ανεχθή, πως ο γέροντάς της ασχολήθηκε δυο φορές με μια «απρόκοφτη» κοπέλλα, το επήρε απόφαση να μη ξαναπατήσει για εξομολόγηση σ’ αυτόν!
Και,όταν μια αδελφή της πρότεινε να καλέσουν τον γέροντα στο δωμάτιό τους, αυτή δεν δέχθηκε. Και ξάπλωσε να κοιμηθή. Επίτηδες. Για να το αποφύγει… Οργή και κακία βασάνιζαν την καρδιά της. Δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι. Και την νύχτα βγήκε στον διάδρομο. Και επήγαινε πέρα-δώθε νευρικά. Ο γέροντας άκουσε τα βήματα, άνοιξε την πόρτα του δωματίου, την είδε και της ειπε:
—Σύ είσαι, Όλγα; Έλα εδώ! Τι σου συμβαίνει;
Με δάκρυα στα μάτια εκείνη του ομολόγησε, ότι είχε θυμώσει εναντίον του!
—Ά έτσι! Έπρεπε να μου το είχες ειπεί. Δεν το είχα καταλάβει, ότι έχεις τέτοιο ψυχικό κόσμο! Θα σε έπαιρνα πρώτη!..
Και η Όλγα κατάλαβε, ότι ο ψυχικός της κόσμος δεν ήταν καλός· και έφυγε ντροπιασμένη και ταπεινωμένη.
Ο γέροντας επέπληττε και χωρίς να λέει τίποτε.
Μια άλλη φορά η Όλγα Κωνσταντίνοβνα είχε πάει πάλι στην Όπτινα. Μαζί με την Νίνα Βλαδίμηροβνα. Και επήγαν μαζί στον γέροντα.
Διηγείται η Νίνα Βλαδίμηροβνα:
«Ο γέροντας της έδωκε τότε ένα πιατάκι γεμάτο καραμέλλες και κουφέτα, λέγοντας:
—Τα μισά για την Νίνα.
Και την βλέπω να βγαίνει και με τις δύο χούφτες της γεμάτες. Την ίδια στιγμή με κάλεσαν να πάω στον γέροντα. Και επήγα. Και αφού μιλήσαμε, μου δίνει και καραμέλλες, και μήλα και μπισκότα. Βλέποντάς με η Όλγα, φώναξε.
—Σένα σου έδωκε πιο πολλά. Λοιπόν, δεν θα σου δώσω και από τα δικά μου!..
Δεν είπα τίποτε. Καθήσαμε μαζί στην αίθουσα αναμονής να τον ξαναϊδούμε, όταν θα έβγαινε, για να δώσει ευλογία σε όσους θα είχαν μείνει εκεί. Και λοιπόν,βγαίνει ο πατέρας μας, πάει κοντά στην Όλγα· και άρχισε να παίρνει από τα χέρια της κουφέτα και να τα βάζει στα δικά μου χέρια! Γέμισαν τα χέρια μου. Και εκείνος ακόμη μου έβαζε!.. Η Όλγα αισθάνθηκε μεγάλη ντροπή. Όταν γυρίσαμε, ήλθε στο σπίτι μου και μου ζήτησε συγγνώμη.
Είχε καταλάβει το λάθος της».
5. Ο π. Ανατόλιος είχε προορατικό. Έβλεπε. Και γι’ αυτό ενεργούσε με τόλμη, σε θέματα που ανθρώπινα κανείς δεν καταλαβαίνει τίποτε.
Διηγήθηκε η μοναχή Μιχαήλα (Κουντίμοβα).
«Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ειχα καταταγή εθελόντρια στον στρατό να πολεμήσω και εγώ για την πίστη, για τον τσάρο, για την πατρίδα. Σε μια μάχη, ενώ προσπαθούσα να βοηθήσω ένα τραυματία, ήλθε ένα βλήμα και μου έκοψε το χέρι μέχρι τον αγκώνα.Με μετέφεραν στο Νοσοκομείο στο Τσάρκοε Σέλο. Εκεί με περιποιόταν η ίδια η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα Θεόδωροβνα και οιπριγκήπισσες θυγατέρες της. Ο αδελφός μου ήταν μοναχός στην Όπτινα. Το όνομά του ήταν Ιννοκέντιος. Το 1918, χωρίς χέρι πιά επήγα στην Όπτινα να τον ιδώ. Αλλά δεν τον ευρήκα εκεί. Τον είχαν επιστρατεύσει. Πικράθηκα, όσο δεν μπορεί κανείς να φαντασθή. Και τότε ήλθαν να με ιδούν οι γέροντες Ανατόλιος και Νεκτάριος. Και οι δύο μαζί επέμεναν ότι πρέπει να γίνω μοναχή. Αφού έδωκα για τον επίγειο τσάρο (= βασιλιά) το χέρι μου, έχω χρέος, μου έλεγαν, να δώσω στον επουράνιο βασιλέα ολόκληρο τον εαυτό μου. Και συμφώνησα. Και έγινα. Μου έδωσαν το όνομα Μιχαήλα, προς τιμήν του αρχαγγέλου Μιχαήλ, που είναι «των ουρανίων στρατιών αρχιστράτηγος». ‘Ήμουν τότε 18 ετών».
Με τις ευχές των γερόντων η Μιχαήλα ευρήκε και τον αδελφό της. Και έφυγαν μαζί.Και έζησαν πρώτα στην Νότιο Αμερική. Και μετά στην Αυστραλία.
6. Σώθηκαν τα απομνημονεύματα μιας κοσμικής γυναίκας. Και δημοσιεύτηκαν το 1917 στο περιοδικό «Τρόϊτσκοε Σλόβο». Γράφει:
«Η τύχη μου ήταν κακή. Αισθανόμουν παραπεταμένη. Γιατί; Δεν θα το περιγράψω. Έκανα ζωή εύθυμη. Διασκέδαζα. Μα δεν βρήκα ποτέ εκείνο που γύρευα. Η ψυχή μου ήταν πάντα πεινασμένη· νηστική. Έψαχνα για ζωή γεμάτη θόρυβο. Πίστευα ότι κάπως έτσι θα μπορούσα να λησμονήσω λίγο τον εαυτό μου. Μου φαινόταν, ότι όσο πιο πολύς θόρυβος γινόταν γύρω μου, τόσο πιο καλά θα ήταν για μένα, αλλά μάταια. Όλα έγιναν συνήθεια. Και το κακό έμενε ακέραιο μέσα μου. Κάτι έκτακτα γεγονότα με έκαμαν να κλειστώ για λίγο στο σπίτι μου. Και έζησα λίγο την ήσυχη ζωή στο σπίτι, μέχρι που βρέθηκα στην Όπτινα.
Κουρασμένη από τα τρεχάματα και τον θόρυβο, και μη βρίσκοντας τίποτε και «στο σπίτι»,σκέφτηκα, ότι — τέλος πάντων— θα έπρεπε να πάρω έναν δρόμο· τον ένα από τους δύο!..
Είχα τότε γνωστή μια καλή κοπέλλα, με πολύ ευσεβή ζωή. Μια ημέρα λοιπόν, μου λέει:
—Κάποιος μου έδωσε το βιβλίο του Βλ. Π. Μπικώφ «Γαλήνιο λιμάνι για ανάπαυση πονεμένης ψυχής». Μιλάει πολύ για το μοναστήρι της Όπτινα και για τους θαυμάσιους γεροντάδες της, πνευματικούς οδηγούς: πως δέχονται τους πάντες· και πως τους συμβουλεύουν όλους· με καλωσύνη· και με φωτισμό Θεού.
Μου άρεσε η σκέψη. Και επήραμε την απόφαση να πάμε μαζί. Πρώτα όμως επήγε εκείνη·μόνη της. Όταν γύρισε μου έλεγε, ότι ευρήκε εκεί κάτι το ανεπανάληπτο∙κάτι που όμοιο του δεν θα βρεις πουθενά. Και μου διηγήθηκε πολλά για τους αγίους γέροντες της Όπτινα.
Ο π. Ανατόλιος εξομολογεί και εκατό ανθρώπους την ημέρα!.. Μιλάει γρήγορα. Και δεν σε κρατεί πολύ. Αλλά εκείνα τα λίγα λεπτά αρκούν! Πολλές φορές βγαίνει να δώσει ευλογία σε εκείνους που περιμένουν. Και απαντάει μονολεκτικά σε ερωτήματα. Και καμμιά φορά κάνει και «παρατηρήσεις». Αυτή τον είχε ιδεί για πέντε μόνο λεπτά. Και, μέσα σ’ αυτά τα πέντε λεπτά, την βοήθησε να καταλάβει όλες της τις ελλείψεις∙ πράγματα που κανείς δεν τα ήξερε. Θέλησε να τον ιδεί για μια ακόμη φορά. Να του ειπεί κάτι ακόμη· να ακούσει κάτι ακόμη. Μα δεν το κατόρθωσε. Και χρειάσθηκε να φύγει. Και ήλθε και μου είπε τις εντυπώσεις της.Από τα λόγια της, μου άρεσε πολύ ο π. Ανατόλιος. Και θέλησα να πάω και εγώ να μιλήσω μαζί του. Και επήγα. Έφθασα εκεί το Μεγάλο Σάβββατο. Έδωσα το όνομά μου.Έπια λίγο τσάι. Και έτρεξα στον π. Ανατόλιο.
Στον δρόμο, κάποιος μου έδειξε τον τάφο του π. Αμβροσίου. Γονάτισα επάνω στο μάρμαρο και τον παρακάλεσα, να δεηθή για μένα, να μου βγή σε καλό το ταξείδι μου. Και μετά τρέχω. Μπαίνω στην αίθουσα αναμονής. Και βλέπω κόσμο και κοσμάκη! Θέλησα να κάμω τον σταυρό μου. Και πριν τον τελειώσω βλέπω ένα γεροντάκι να παραμερίζει τους άλλους και να έρχεται κοντά μου. Μου λέει:
—Έλα! Έλα! Πότε ήρθες; Έσκυψα, του ζήτησα ευλογία και είπα:
—Μόλις έφτασα. Και έτρεξα σε Σας!
—Έχεις, εδώ συγγενείς; Έ; Έ;
—Όχι, γέροντα. Δεν έχω συγγενείς. Όχι εδώ. Πουθενά στον κόσμο!..
—Τι λες, παιδί μου; Τι λες, παιδί μου; Έλα κοντά μου!
Άπλωσε το χέρι του με επήρε από το χέρι και με τράβηξε στο εξομολογητήριό του. Ήταν πολύ απλό. Και πολύ φωτεινό. Έκατσε σε μια καρέκλα∙ δίπλα σε μια εικόνα.Γονάτισα μπροστά του. Και άρχισα να του διηγούμαι την ζωή μου. Εγώ του μιλούσα.Και εκείνος, πότε έπιανε και κρατούσε με τα δύο του χέρια το κεφάλι μου, και πότε σηκωνόταν και επήγαινε πέρα-δώθε, σαν κάτι να έψαχνε να βρή. Και κάθε τόσο ψιθύριζε.
—Ύπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς.
Όταν εγώ τελείωσα, ο π. Ανατόλιος δεν μου είπε τίποτε ακριβώς. Μα όταν εγώ τον ερώτησα:
—Πότε θα μπορούσα να εξομολογηθώ; Μου απάντησε:
—Τώρα αμέσως!
Και εξομολογήθηκα, σαν να διάβαζα βιβλίο. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου, που κατάλαβα, τι είναι η εξομολόγηση. Είχα να εξομολογηθώ οκτώ χρόνια. Έλεγα, ό,τι καταλάβαινα. Και με μια ερώτησή του με έκανε και θυμόμουν άλλα πολλά..,αμαρτίες που δεν θα ήθελα ποτέ να τις ξεστομίσω!
Η εξομολόγηση τελείωνε. Μου διάβασε ευχή συγχωρητική. Και πρόσθεσε.
—Πήγαινε, σκέψου: Μη ξέχασες τίποτε. Και έλα πάλι σε δύο ώρες. Μου έδωσε και κάτι βιβλιαράκια και με άφησε να φύγω. Επήγα στο δωμάτιό μου. Και εκεί έφερα στον νού, πως με δέχθηκε και πως μου συμπεριφέρθηκε ο π. Ανατόλιος. Σαν να ήμουν χρόνια γνωστή του!
Στις12 το μεσημέρι ξαναπήγα. Του είπα κάτι ακόμη.
Μου ξαναείπε:
—Σκέψου πάλι. Και έλα το βράδυ πάλι! Κατάλαβα, πως εκείνος «κάτι έβλεπε» που εγώ
δεν το έβλεπα και δεν ήθελα να το εξομολογηθώ.
Τέλος πάντων βράδυασε. Κατάκοπη από την ταλαιπωρία του ταξειδιού και τις συγκινήσεις επήγα «για λίγο» στο δωμάτιό μου να πάρω μια ανάσα. Και ξάπλωσα. Και κοιμήθηκα τόσο βαθιά, που: ούτε καμπάνες άκουσα∙ ούτε χτύπους στην πόρτα μου∙ούτε τίποτε.
Όταν ξύπνησα έτρεξα στην εκκλησία και είδα τον ιερέα, να έχει ολοκληρώσει την μετάδοση και να μπαίνει με το άγιο Ποτήριο στο ιερό. Είχα χάσει την θεία Κοινωνία για ένα λεπτό!  Άχ αυτό το ένα λεπτό!..
Πόσο ήθελα, να κοινωνούσα και εγώ! Αλλά… τελείωσε! Έφυγα από την εκκλησία καταστενοχωρημένη. Και παρ’ ότι ήταν το άγιο Πάσχα, όλη την ημέρα έκλαιγα. Το απόγευμα είδα τον π. Ανατόλιο. Τον παρεκάλεσα να μου έδινε ευλογία να κοινωνούσα την Δευτέρα ή την Τρίτη. Δεν συγκατατέθηκε. Δεν μου έδωκε ευλογία.Μου είπε ξερά:
—Χωρίς προετοιμασία δεν κοινωνούν!..
—Μα θα φύγω μεθαύριο!
—Κοινώνησε στην Μόσχα. Με την απαραίτητη προετοιμασία.
Όταν επήγα να τον αποχαιρετήσω και του ζήτησα μια συμβουλή, μια οδηγία, τι θα έπρεπε να κάνω, δεν μου είπε τίποτε το σαφές και συγκεκριμένο. Όλα ήταν μισόλογα. Μου έλεγε, πότε ότι θα γινόμουν μητέρα με… ξένα παιδιά∙ πότε ότι θα ήταν καλύτερα να ζούσα μόνη μου∙ και τέλος μου έδωκε εντολή, στην Μόσχα πνευματικό να έχω τον π. Μακάριο∙ και να κάμω ότι εκείνος μου ειπεί.
Επήγα να αποχαιρετήσω και τον π. Νεκτάριο. Μιλήσαμε πολύ. Στο τέλος, σκύβοντας το κεφάλι του, μου λέει:
—Βλέπω στο πρόσωπο σου και γύρω σου την χάρη του Θεού! Θα γίνεις μοναχή!
Αναστατώθηκα και του είπα:
—Τι λέτε, πάτερ; Εγώ σε μοναστήρι. Τίποτε δεν μου αρέσει εκεί. Δεν το αντέχω τέτοιο πράγμα.
Πρόσθεσε:
—Δεν ξέρω, πότε θα γίνει. Τώρα ή σε δέκα χρόνια; Αλλά θα γίνει.
Του είπα ότι ο π. Ανατόλιος μου είπε να πάω στην Μόσχα στον γέροντα Μητροπολίτη Μακάριο. Και να κάμω, ό,τι εκείνος μου ειπεί.
—Ναι, έτσι είναι, είπε ο π. Νεκτάριος. Θα κάμεις αυτό που είπε ο π. Ανατόλιος.Και ό,τι σου ειπεί ο π. Μακάριος, θα το εκτελέσεις!
Μου μίλησε για λίγο ακόμη. Και όλα του τα λόγια ήταν γύρω από την ζωή στο μοναστήρι∙ γύρω από το τι πρέπει να ξέρει και τι να προσέχει ένας μοναχός.
Τετάρτη βράδυ έφθασα στο σπίτι μου, πνευματικά αναστημένη∙ και εντελώς αλλαγμένη.Και τότε θυμήθηκα, που μια φίλη μου έλεγε:
—Στην κεντρική πύλη της Όπτινα είναι τοποθετημένη μια εικόνα της Αναστάσεως. Και θέλει να μας ειπεί, ότι όποιος πάει στην Όπτινα, πρέπει να φεύγει πνευματικά ανακαινισμένος και αναστημένος».
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...