Θεραπευτική της πορνείας:Η μοναχική σωφροσύνη και η σωφροσύνη στον γάμο
Η θεραπευτική της πορνείας ακολουθεί άμεσα τη θεραπευτική
της γαστριμαργίας στo βαθμό που η πορνεία, όπως και η γαστριμαργία
συγκαταλέγονται στα «σωματικά πάθη» και είναι μέρος των αδρών καί πρωταρχικών
παθών τα οποία πρέπει ν' αντιμετωπίσουμε κατά προτεραιότητα· όμως και στο βαθμό
που η πορνεία συνδέεται άμεσα με τη γαστριμαργία, η οποία συχνά συνεπάγεται
την εμφάνισή της (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ), οι θεραπευτικές για τα δύο πάθη
είναι αλληλένδετες.
Αποδεικνύεται ότι η θεραπευτική της πορνείας είναι εξαιρετικά δύσκολη· απαιτεί
πολλή δύναμη, προσοχή και διαρκεί πολύ, όπως σημειώνει ο Αγιος Κασσιανός· ο
δεύτερος αγώνας μας, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων μας, είναι εναντίον
του πνεύματος της πορνείας· έχει μεγάλη διάρκεια, είναι σκληρότερος απ' όλους
τους υπόλοιπους και ελάχιστοι είναι εκείνοι που πετυχαίνουν ολοκληρωτική νίκη.
Είναι ένας πόλεμος φοβερός.
Η αρετή που αντιστέκεται στην πορνεία είναι η σωφροσύνη [Σ.τ.μ.: Αποδίδουμε
έτσι τη λέξη chastete, ακολουθώντας το συγγραφέα. Ο όρος κατανοείται ισοδύναμα
και ως αγνεία] με τη στενή έννοια τού όρου. Μπορούμε να διακρίνουμε δύο οδούς
σωφροσύνης: την πρώτη στα πλαίσια του μοναχισμού, της αγαμίας ή της χηρείας [Θα
την ονομάσουμε «μοναχική σωφροσύνη», καθώς ο μοναχισμός υποδηλώνει ετυμολογικά
την κατάσταση αυτού, ο οποίος βρίσκεται μοναχός. Υπενθυμίζουμε ότι στην
ορθόδοξη Εκκλησία, η αγαμία δεν αποτελεί ένα στάτους, αλλά μία προσωρινή
κατάσταση εν αναμονή τού αρραβώνα ή μέσω της οδού τού γάμου ή μέσω της οδού τού
μοναχισμού, που είναι οι δύο δυνατές πνευματικές οδοί. Σε αναφορά προς τους
Πατέρες, θα χρησιμοποιήσουμε εξίσου τον όρο «παρθενία», τον οποίο κατανοούμε,
όπως κάνουν ορισμένοι Πατέρες, στην ευρεία σημασία του ως «τέλειας εγκράτειας»
και «απόλυτης παραίτησης από την άσκηση της σεξουαλικότητας» (Μ. ΑUΒΙΝΕΑU,
Εισαγωγή στo ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας)] και τη δεύτερη στο πλαίσιο του
γάμου. Αν οι δύο τούτοι τρόποι σωφροσύνης διαφέρουν ως προς τη μορφή τους,
εντούτοις στοχεύουν στην επίτευξη του ίδιου σκοπού: αφενός μεν ν'
αποκαταστήσουν την αγνεία στο σώμα και την ψυχή χωρίς την οποία είναι αδύνατο
να ενωθεί ο άνθρωπος με το Θεό, και αφετέρου να επιτρέψουν στον άνθρωπο ν'
αφιερώσει στο Θεό, -και όχι πλέον στη «σάρκα»-, το σύνολο της επιθυμητικής
δύναμης και της αγάπης του.
1.Η μοναχική σωφροσύνη
Πρέπει καταρχήν να υπενθυμίσουμε ότι υπό τη χριστιανική
προοπτική, η σεξουαλικότητα είναι δυνατόν να έχει νόημα και ν' ασκείται υγιώς
και φυσιολογικά μόνο στο πλαίσιο της συζυγικής αγάπης, γι' αυτό και αποκλείεται
εκ των προτέρων από το πλαίσιο της αγαμίας και του μοναχικού βίου. Επιπλέον, η
αρετή της σωφροσύνης, η οποία, στην κυριολεκτική σημασία της, αντιτίθεται στο
πάθος της πορνείας, προϋποθέτει και υποδηλώνει, στο συγκεκριμένο αυτό τελευταίο
πλαίσιο, πλήρη αποχή από κάθε σεξουαλική πράξη και, πρωτίστως, επιθυμία. Αυτές
[Σ.τ.μ.: Τόσο η πράξη όσο και η επιθυμία], ανεξάρτητα από τη μορφή τους, δεν
μπορούν παρά ν' αναστήσουν το πάθος. Η πλήρης αποχή προϋποθέτει αφεαυτής την
τέλεια εγκράτεια, δηλαδή την ικανότητα να κυριαρχούμε και να δαμάζουμε εντελώς
τις σεξουαλικές ορμές και επιθυμίες.
Στο βαθμό που η σεξουαλικότητα συνδέεται με την αναπαραγωγή
τού είδους, λαμβάνει τη μορφή ενός ιδιαίτερα ισχυρού και αναπόσπαστα ενωμένου,
με την καθημερινή φύση της ανθρωπότητας, ενστίκτου. Το γεγονός τούτο καθιστά
την πραγμάτωση της πλήρους αποχής εξαιρετικά δύσκολη και εξηγεί τη διάρκεια και
τη δυσχέρεια του αγώνα που αναλαμβάνουμε.
Επειδή η πορνεία είναι πάθος, στην υποκίνηση και πραγμάτωση
τού οποίου συμβάλλει το σώμα, η θεραπευτική της απαιτεί ειδικότερα, πέρα από τα
πνευματικά φάρμακα, την εφαρμογή της εγκράτειας [στο σώμα] (ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ,
Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΑΖΗΣ, Επιστολή). Γι' αυτό οι νηστείες (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ,
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ, ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς, ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ
ΠΑΤΕΡΩΝ, Ανώνυμη συλλογή, ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Συλλογαί διάφοροι, αιθιοπική,
ΕΥΑΓΡΙΟΣ, Λόγος πρακτικός, ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ, Επιστολή), οι αγρυπνίες, η έμπονη
εργασία, που σκληραγωγούν το σώμα, αποτελούν για το μοναχό τα βασικά μέσα για
να παλέψει με τους πειρασμούς, να είναι εγκρατής, να τηρεί την αποχή και να
νικάει την πορνεία στο συγκεκριμένο επίπεδο. Οι τρεις συγκεκριμένες πρακτικές στοχεύουν
στην εξασθένηση του σώματος, ώστε να του στερήσουν το πλεόνασμα ενέργειας, που
θα μπορούσε εύκολα να επενδυθεί στη σεξουαλικότητα· καθεμιά όμως απ' αυτές
έχει ιδιαίτερη σκοπιμότητα. Η σωματική εργασία έχει ως στόχο την αποφυγή της
αργίας που ευνοεί τη γέννηση εμπαθών λογισμών και φαντασιώσεων (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ
ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ). Οι αγρυπνίες επιδιώκουν την ελάττωση του ύπνου, του οποίου η
υπερβολή ευνοεί την πορνεία (Βλ. για παράδειγμα ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Συλλογαί
διάφοροι). Σ' ό,τι άφορα τη νηστεία, κατέχει ουσιαστική θέση στο βαθμό που το
υπερβολικό φαγητό είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που ευνοούν την
πορνεία. Γι' αυτό το λόγο άλλωστε, η θεραπευτική της πορνείας δεν πρέπει να
ξεκινάει παρά μόνο ύστερα από την αντίστοιχη της γαστριμαργίας, γιατί είναι
αδύνατο να υποτάξεις την πρώτη, αν δεν έχεις πρώτα νικήσει τη δεύτερη (Πρβλ.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ). Έτσι ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός, αφού υπενθυμίσει ορισμένες
εκδηλώσεις της πορνείας, σημειώνει ότι καταρχήν η γνώση των πνευματικών ιατρών
εφαρμόζεται για τον εντοπισμό της πρώτης αιτίας των ομοειδών νοσημάτων, που
συνίσταται στην υπερβολή της τροφής.
Στις συγκεκριμένες ασκητικές πρακτικές πρέπει να προσθέσουμε
«την αποφυγήν των αφορμών» που ουσιαστικά πετυχαίνεται με την καταφυγή στην
ησυχία (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ, ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς).
Είναι αναγκαίο ν' αφαιρέσουμε από την έντονη επιθυμία [Σ.τ.μ.: Την ορμή] τα
πράγματα που εκ φύσεως την υποκινούν, από το φόβο να μη κατρακυλήσει στην
ικανοποίησή της, γράφει ο Αγιος Κασσιανός, που σημειώνει ακόμη: το νόσημα τούτο
[η πορνεία], πέρα από τη νέκρωση του σώματος και τη συντριβή της καρδίας,
απαιτεί επίσης την ησυχία και την ηρεμία, ώστε να ρίξει το φοβερό πυρετό των
παθών και να θεραπευτεί πλήρως. Πολύ συχνά, είναι χρήσιμο, σ' όσους πάσχουν
από το συγκεκριμένο νόσημα, να μη τους δείχνουμε που θα τους έκαναν κακό, ώστε
ν' αποφύγουμε να τους οδηγήσουμε στην «κυοφορία» μιας επιθυμίας που θ' απέβαινε
μοιραία. Αντίστοιχα, η ηρεμία και η ησυχία είναι πολύ ωφέλιμες στον αγώνα για
την ίαση από το νόσημα, ώστε ο ασθενής νους, χωρίς πλέον να ταράσσεται ή να
πειράζεται από πολλαπλές εικόνες, να είναι σε θέση να κατορθώσει την καθαρότερη
θέαση του εσωτερικού του και να ξεριζώσει ευκολότερα τη δυσώδη εστία της
έντονης επιθυμίας. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει η δυνατότητα απομόνωσης,
είναι απαραίτητη η αυστηρή «φυλακή των αισθήσεων»· ιδιαίτερα μάλιστα της όρασης,
-που μαζί με την αφή-, είναι οι αισθήσεις που υποδαυλίζουν ευκολότερα το πάθος (Πρβλ.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΓΚΥΡΑΣ, Αληθής αφθορία).
Τα μέσα τούτα, μολονότι αποτελούν ανεκτίμητη και συχνά
αναντικατάστατη βοήθεια, με κανένα τρόπο δεν αρκούν για να τα καταφέρουμε με το
πάθος (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ). Η πρώτη αιτία της
ανεπάρκειας αυτής είναι ότι έδρα της σεξουαλικής λειτουργίας δεν είναι μόνο το
σώμα αλλά και η ψυχή: η ανθρώπινη σεξουαλικότητα είναι ψυχική τουλάχιστο στον
ίδιο βαθμό, αν όχι σε μεγαλύτερο, απ’ ό,τι φυσική. Αντίστοιχα αρμόζει ο πόλεμος
εναντίον της πορνείας να διεξάγεται τουλάχιστον ή και περισσότερο σε ψυχικό
επίπεδο παρά σε σωματικό. Ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός επισημαίνει ότι ο Εχθρός
μας επιτίθεται σε δύο μέτωπα· οφείλουμε λοιπόν και μεις ν' αναλάβουμε τον
αγώνα και ν' αντισταθούμε στα δύο αυτά μέτωπα· και όπως αντλεί τη δύναμη ή την
αδυναμία του και από το σώμα και από την ψυχή, παρόμοια, μπορεί ν' αποκρουστεί
μόνο απ' όσους αγωνίζονται ταυτόχρονα και στα δύο επίπεδα.
Όλοι οι Πατέρες επιμένουν στο γεγονός ότι η σωφροσύνη δεν
συνίσταται αποκλειστικά ούτε κυρίως στη σωματική εγκράτεια (Βλ. για παράδειγμα
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, ο οποίος υπογραμμίζει ότι η εγκράτεια είναι κατά κάποιο
τρόπο μόνο η αρχή της σωφροσύνης, η «μερική σωφροσύνη». Η αληθινή σωφροσύνη
προϋποθέτει την «διαρκή σωματική καθαρότητα» και επιπλέον και ιδιαίτερα την
«εσωτερική καθαρότητα της ψυχής». Βλ. επίσης ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Συλλογαί
διάφοροι), η οποία μάλιστα είναι ανωφελής αν η ψυχή παραμένει υπό την κατοχή
ακάθαρτων επιθυμιών και ρυπαρών φαντασιών. Επειδή η επιθυμία που πραγματοποιείται
με τη σάρκα δεν προέρχεται από τη σάρκα (ΚΛΗΜΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΥΣ, Στρωματείς), το πρότυπο
και η αρχή της σωφροσύνης βρίσκονται ουσιαστικά στην ψυχή και συνίσταται
κυρίως στην «ακεραιότητα της καρδίας». Με δεδομένο ότι οι επιθυμίες, οι
εμπαθείς λογισμοί, οι φαντασιώσεις και τα φαντάσματα γεννώνται από την καρδία
(πρβλ. Ματθ. 15, 19), η «φυλακή της καρδίας» αποτελεί τη σπουδαιότερη
θεραπευτική έναντι της πορνείας. Γράφει σχετικά ο Αγιος Κασσιανός ότι πρέπει
πρώτα να έχουμε το φάρμακο γι' αυτό από το οποίο γνωρίζουμε ότι προέρχεται η
πηγή της ζωής και του θανάτου, όπως λέγει και ο Σολομώντας: «πάση φυλακή τήρει
σήν καρδίαν· εκ γάρ τούτων έξοδοι ζωής» [Σ.τ.μ.: Αναβλύζει, ξεπροβάλλει,
αναπηδά, προέρχεται] (Παροιμ. 4, 23). Πράγματι η σάρκα υπακούει στην απόφαση
και την εντολή της καρδίας. Η συγκεκριμένη πρακτική, που συνεπάγεται τις
πνευματικές, διάκριση και νήψη-εγκράτεια, έγκειται, όπως είδαμε, στην απόρριψη
των πονηρών λογισμών, ενθυμήσεων και φαντασιών μόλις αναδυθούν, ενώ ακόμη
αποτελούν απλώς προσβολές. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η συγκατάθεση σ'
αυτούς, η χαρά για την εμφάνισή τους και η παραχώρηση θέσης στο πάθος, πρώτα
στην ψυχή και υστέρα στο σώμα (Πρβλ. ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Ανώνυμη συλλογή,
ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ, Επιστολή, ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΑΖΗΣ, Επιστολή, ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ,
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ). Ιδιαίτερα κατά τον αγώνα εναντίον του συγκεκριμένου πάθους
και εξαιτίας της μεγάλης δύναμής του, πρέπει να προτιμάμε την άμεση άρνηση των
προσβολών παρά την αντιρρητική αντίκρουση των λογισμών, σύμφωνα και με τη
διδασκαλία τού Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου: «Μή θέλε δικαιολογίαις καί αντιρρήσεσιν
ανατρέπειν τόν της πορνείας δαίμονα· διότι εκείνος τά εύλογα κέκτηται, ως
φυσικώς ημιν μαχόμενος».
Πρέπει λοιπόν να συνδέσουμε με φυσικό τρόπο την προσευχή με
τη φυλακή της καρδίας, ιδιαίτερα τη μονολόγιστη ευχή, καθώς οι δύο αυτές
ενέργειες, όπως έχουμε δείξει είναι άρρηκτα ενωμένες. Όταν η μονολόγιστη ευχή
δεν έχει «εγκατασταθεί» εντελώς στην καρδία, [Σ.τ.μ.: Ο άνθρωπος δεν έχει
αποκτήσει δηλαδή αληθινή καρδιακή προσευχή] είναι χρήσιμο και επωφελές να
συνδέσουμε «την σωματικήν προσευχήν» με την καρδία: και η προσευχή αυτή
συμβάλλει στην προστασία τού ανθρώπου από το πάθος. Αναφέρει σχετικά ο Αγιος
Ιωάννης Σιναΐτης: «Συνέρχεται τοις μήπω κεκτημένοις προσευχήν καρδίας αληθή, ο
έν τη σωματική ευχή σκυλμός· [Σ.τ.μ.: Ταλαιπωρία, πόνος] λέγω δή έκτασις
χειρών, στήθους τύψις, εις ουρανούς ειλικρινής ανάβλεψις, στεναγμών θόρυβος,
γονάτων συνεχής κλίσις». Εξίσου πολύ αποτελεσματική εναντίον της συγκεκριμένης
νόσου αποδεικνύεται η ψαλμωδία (Πρβλ. ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς,
ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Ανώνυμη συλλογή).
Πέρα τούτων, ο ρόλος της προσευχής ιδιαίτερα είναι να ζητήσει
ο άνθρωπος από το Θεό τη χάρη, χωρίς την οποία όλες οι ανθρώπινες προσπάθειες
για να νικήσει το πάθος μοιάζουν καταγέλαστες και δεν είναι δυνατόν να καταλήξουν
σε κανένα οριστικό αποτέλεσμα, συνεπώς η σωφροσύνη εμφανίζεται πάντοτε ως δώρο
τού Θεού (Πρβλ. ΚΛΗΜΗΣ ΡΩΜΗΣ, Προς Κορινθίους, ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ,
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ, Επιστολή, ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΑΖΗΣ, Επιστολή,
ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Αλφαβητική συλλογή, Αγάθων, Συλλογαί διάφοροι, αιθιοπική).
Παρατηρεί ο Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης: «Ο τήν εαυτού σάρκα βουληθείς πολεμήσαι ή
νικήσαι εξ εαυτού, [Σ.τ.μ.: Με τις ιδικές του δυνάμεις] εις μάτην τρέχει». Και
συμπληρώνει: «Μηδείς τών αγνείαν εξησκηκότων εαυτώ την ταύτης κτήσιν λογιζέσθω·
τήν γάρ φύσιν εαυτού νικήσαί τινα τών ουκ ενδεχομένων εστίν. Όπου ήττα φύσεως
γέγονεν, εκεί τού υπέρ φύσιν παρουσία επέγνωσται». Ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός
συμβουλεύει ότι αν ριχτούμε μ' όλη μας την ψυχή [...] στην πάλη, σύμφωνα με
τους κανόνες τού πνευματικού αγώνα, ας συγκεντρώσουμε όλη μας την προσπάθεια
στο να κυριαρχήσουμε στο ακάθαρτο αυτό πνεύμα μ' εμπιστοσύνη στη βοήθεια του
Κυρίου και όχι στις ιδικές μας δυνάμεις, -η ενέργεια του ανθρώπου δεν θα μπορούσε
ποτέ να πετύχει κάτι τέτοιο. Η ψυχή θα δεχτεί αναγκαστικά την επίθεση τούτης
της κακίας και μάλιστα θα είναι τόσο μεγαλύτερης διάρκειας, όσο θ' αρνείται ν'
αναγνωρίσει ότι διεξάγει ένα πόλεμο πάνω από τις δυνάμεις της και ότι οι κόποι
η προσοχή που καταβάλλει κατά τη διάρκεια του αγώνα δεν είναι δυνατόν να της
εξασφαλίσουν τη νίκη, αν ο Κύριος δεν την βοηθήσει και δεν την προστατεύσει.
Στο περιθώριο του αδιάκοπου μόχθου πρέπει να μάθει ότι ηγέτιδα είναι η πείρα,
ότι η σωφροσύνη αποτελεί ελεύθερη δωρεά της θείας χάρης.
Δύο άλλες πνευματικές ενέργειες συμβάλλουν ακόμη στη θεραπεία
του ανθρώπου από την πορνεία και ειδικότερα στην προστασία του από τους
λογισμούς που του υποβάλλει: αφενός οι προσεκτικές, ανάγνωση και μελέτη, της
Αγίας Γραφής (τις οποίες ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός κατατάσσει ανάμεσα στα
φάρμακα της ψυχής), και αφετέρου η «μνήμη θανάτου» (ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΦΩΤΙΚΗΣ, Λόγος
ασκητικός) την οποία ο Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης θεωρεί ως μία από τις καλύτερες
θεραπευτικές επικουρίες παράλληλα με τη μονολόγιστη ευχή. Επιπλέον, οι Πατέρες
διακρίνουν τόσο στην υπακοή στον πνευματικό Πατέρα όσο και στην τακτική
πρακτική της «εξαγόρευσης των λογισμών» τρόπους και μεθόδους επιτυχημένης
αντιμετώπισης του πάθους και απόκτησης της σωφροσύνης.
Όλα τα πάθη είναι συνυπεύθυνα και αλληλέγγυα, επομένως η θεραπευτική της
πορνείας δε θα μπορούσε να αποσυνδέεται από την αντίστοιχη των υπόλοιπων παθών
και ειδικότερα όσων ευνοούν άμεσα τις εκδηλώσεις της. Να γιατί ο αγώνας
εναντίον της πορνείας οφείλει να συνοδεύεται πρωτίστως από την πάλη εναντίον
της γαστριμαργίας, όπως είδαμε, καθώς επίσης και από τον αγώνα εναντίον της
υπερηφανίας και της κενοδοξίας, της κατάκρισης του πλησίον, της ακηδίας, της
οργής (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ, ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΦΩΤΙΚΗΣ, Λόγος
ασκητικός), της παρρησίας (δηλαδή της υπέρμετρης οικειότητος προς τον πλησίον)
(Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΑΖΗΣ, Επιστολή) και της κενολογίας (ή του πάθους των μάταιων
λόγων) (Πρβλ. ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Αλφαβητική συλλογή, Ποιμήν), καθώς και της φιλαργυρίας
(Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ): η πορνεία συνδέεται άμεσα μ' όλες αυτές τις εμπαθείς
καταστάσεις.
Κατά παρόμοιο τρόπο και οι αρετές είναι αλληλέγγυες· δεν
είναι λοιπόν δυνατόν η απόκτηση της σωφροσύνης να μη συμβαδίζει με την άσκηση
των υπόλοιπων αρετών, και ιδιαίτερα όσων συνδέονται άμεσα μ' αυτή. Ιδιαίτερα
την πραγματική ταπείνωση (ΒΑΡΣΑΝΟΥΦΙΟΣ, Επιστολή, ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΠΑΤΕΡΩΝ, Συλλογαί
διάφοροι, αιθιοπική)· οι Πατέρες λέγουν ότι δεν είναι δυνατόν ν' αποκτήσουμε τη
σωφροσύνη, εάν προηγουμένως δεν αποκτήσουμε στην καρδιά μας την ταπείνωση ως στερεό
θεμέλιο. Και η υπομονή και η πραότητα όμως είναι εξίσου σημαντικές: όσο
περισσότερο προκόβει κάποιος στην πραότητα και την υπομονή, τόσο περισσότερο
επωφελείται στην καθαρότητα του σώματος, γράφει ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός, που
επιπλέον παρατηρεί ότι στους αγώνες που το πάθος προξενεί στη σάρκα μας, ο
θρίαμβος πετυχαίνεται μόνο αν ενδυθούμε τα όπλα της πραότητας· και περαιτέρω,
το πιο αποτελεσματικό φάρμακο για την ανθρώπινη καρδιά είναι η υπομονή.
Η πλήρης μοναχική αποχή νοηματοδοτείται στο θεμέλιο και το
σκοπό τού μοναχισμού: στην τέλεια αφιέρωση της ύπαρξής του στο Θεό. Ο μοναχός
δε νυμφεύεται, ώστε να μη έχει άλλη φροντίδα παρά μόνο το Θεό και να μπορεί ν'
αφιερώνει μόνο σ' Αυτόν τις δυνάμεις τής επιθυμίας και της αγάπης, όλη τη
διάνοιά του και όλη την ισχύ του. «Ο άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, πώς αρέσει
τω Κυρίω», υπογραμμίζει ο Απόστολος Παύλος (Α' Κορ. 7, 32) και «η άγαμος
μεριμνά τα του Κυρίου (Α' Κορ. 7, 34)· καί ο ένας καί η άλλη είναι «αμέριμνοι»
απέναντι στά πράγματα του κόσμου τούτου (προβλ. Α' Κορ. 7, 32). Και αντίθετα,
«ο γαμήσας μεριμνά τά τού κόσμου, πώς αρέσει τη γυναικί [...]· η δέ γαμήσασα
μέριμνα τά τού κόσμου, πώς αρέσει τω ανδρί (Α' Κορ. 7, 34). Αν ο Απόστολος
«νομίζει καλόν» για τον άνδρα και τη γυναίκα να μένουν άγαμοι (πρβλ. Α' Κορ. 7,
26), αυτό το λέγει «προς τό εύσχημον καί ευπάρεδρον τω Κυρίω απερισπάστως» (Α'
Κορ. 7, 35).
Έχουμε δει ότι οι Πατέρες συμφωνούν στην άποψη ότι η
σεξουαλική επιθυμία δεν είναι πρωτογενής και δεν ανήκει ουσιαστικά στην
ανθρώπινη φύση· εμφανίστηκε ως συνέπεια της πτώσης (Πρβλ. 1ο μέρος τού βιβλίου,
κεφ. 3, ενότ. 2, β), όταν ο Αδάμ και Εύα έπαψαν να στρέφουν όλη την επιθυμία
τους προς τον ένα και μοναδικό Θεό. «Η παρθενία», γράφει ο Αγιος Ιωάννης
Δαμασκηνός, «άνωθεν καί εξ αρχής εφυτεύθη τη φύσει τών ανθρώπων [...]. Εν παραδείσω
παρθενία επολιτεύετο» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Έκθεσις ακριβής, ΣΥΜΕΩΝ ΝΕΟΣ
ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Κατηχήσεις). Σύμφωνα με παρατήρηση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου,
ο Αδάμ και η Εύα ζούσαν στον παράδεισο ως άγγελοι (Γένεσις-ομιλία). Γι' αυτό το
λόγο οι Πατέρες διακρίνουν στην παρθενία ένα μέσο ώστε ο άνθρωπος ν' ανακτήσει
την παραδείσια κατάσταση της φύσης τους (ΩΡΙΓΕΝΗΣ, Γένεσις-ομιλία, Ασμα άσμάτων-ομιλία,
Περί ευχής, ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας), που τον κατατάσσει στην αγγελική
κατάσταση (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Περί παρθενίας, ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Έκθεσις
ακριβής, ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας, ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΓΚΥΡΑΣ, Αληθής αφθορία,
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Επιστολή) και προεικονίζει την ουράνια ζωή (ΩΡΙΓΕΝΗΣ, Ρωμαίοι-εξηγητικά),
σύμφωνα με το λόγο τού Χριστού: «Εν τη αναστάσει ούτε γαμούσιν ούτε
εκγαμίζονται, αλλ' ώς άγγελοι Θεού έν ουρανώ εισίν» (Ματθ. 22, 30). Να γιατί η
κατάσταση της παρθενίας όχι μόνο «εξ αρχής και του γάμου προτέρα ημίν εφάνη»
(ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Περί παρθενίας), αλλά και αναμφισβήτητη υπεροχή έχει σε
σχέση με το γάμο· από τις δύο καταστάσεις είναι η τελειότερη.
Ωστόσο, τούτο δε σημαίνει ότι ο χριστιανισμός καταδικάζει ή
περιφρονεί το γάμο: ενώ οι Πατέρες εγκωμιάζουν την υπεροχή της παρθενίας και
της αγαμίας των μοναχών, εξαίρουν την αξία τού γάμου. Άλλωστε και ο ίδιος ο
Χριστός τον ευλόγησε με την παρουσία του και με το πρώτο θαύμα τού δημόσιου
βίου του στο γάμο της Κανά. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των πατερικών
κειμένων αναφορικά με την παρθενία, παράλληλα με τον έπαινο που της αποδίδει,
περιέχει και μια απολογητική του τού γάμου. Και αν ακόμη αναγνωρίζουν ότι ο
γάμος είναι καλός και άγιος, διακηρύσσουν ότι η παρθενία είναι μείζων [του
γάμου] (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Περί παρθενίας, ΙΩΑΝΝΗΣ ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ γράφει: «...
καλού κρείττονα τήν παρθενίαν γινώσκοντες. Εν τε γάρ ταίς αρεταίς εισίν
επιτάσεις καί εξάρσεις [...]» Έκθεσις ακριβής), ενώ διαπιστώνουν ακόμη ότι
είναι κατόρθωμα των εκλεκτών. Δεν μπορεί να κατηγορήσουμε όποιον νυμφεύεται,
λέγει ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γιατί «ο τό έλλατον έχων αγαθόν [Σ.τ.μ.: Η
σύγκριση μεταξύ αγαμίας και γάμου, κατά τον Αγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο ορίζει
και τα δύο «μεγέθη» αγαθά, έλασσον το πρώτο και μείζον το δεύτερο] [...],
κατηγορείσθαι ούκ αν είη δίκαιος». Πράγματι, ο Απόστολος Παύλος συνιστά το γάμο
«κατά συγγνώμην» (Α' Κορ. 7, 6), σε όσους καίγονται από τη φλόγα της επιθυμίας
και «ουκ εγκρατεύονται» (Α' Κορ. 7, 9), ώστε ν' αποφύγουν τον κίνδυνο της
πορνείας (Α' Κορ. 7, 2), και συμβουλεύει τους συζύγους: «Μη αποστερείτε
αλλήλους, [...] ίνα μή πειράζη υμάς ο Σατανάς διά τήν ακρασίαν υμών» (Α' Κορ.
7, 5). Στα πλαίσια αυτά κινείται και ο Αγιος Ιωάννης Δαμασκηνός που γράφει:
«Καλός ο γάμος διά τάς πορνείας, ταύτας περικόπτων καί τό λυσσώδες της
επιθυμίας διά της εννόμου μίξεως ούκ εών προς ανόμους εκμαίνεσθαι πράξεις.
Καλός ο γάμος, οις ού πάρεστιν εγκράτεια· κρείττων δε η παρθενία ψυχής
τεκνογονίαν αύξουσα» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ, Έκθεσις ακριβής).
Πρέπει ωστόσο να παρατηρήσουμε ότι οι μοναχικές, αγαμία και
σωφροσύνη, έχουν αξία μόνο όταν αφιερώνονται στο Θεό και έχουν ως σκοπό την
τελειότερη ένωση μαζί Του. Έτσι ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (Περί παρθενίας)
υπογραμμίζει ότι η αγαμία δεν αποτελεί «καλόν καθ' εαυτό», και την αξία της
καθορίζει μόνο η προαίρεση (του ανθρώπου) και συμπληρώνει: «καί έλλησι
[Σ.τ.μ.: Οι ειδωλολάτρες, οι εθνικοί] μέν άκαρπος η τοιαύτη αρετή· απέχουσι γάρ
αυτών τόν μισθόν ότι μή διά τόν του Θεού φόβον μετήλθον αυτήν». Και στιγματίζει
μ' αυστηρότητα τη στάση εκείνων για τους οποίους αυτή αποτελεί απλώς ένα τρόπο
αποφυγής τού γάμου αντί να υπηρετεί την ουράνια ένωση και φθάνει μέχρι του
σημείου να πει ότι στην περίπτωση αυτή «παρθενία πορνείας μιαρωτέρα [εστίν]». Η
παρθενία λοιπόν δεν αξίζει αφεαυτής, αλλά στο μέτρο που επιτρέπει στον άνθρωπο
να προσφέρεται τελειότερα στο Θεό. «Έπεί καί τήν παρθένον», επισημαίνει ό
Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος, «ού τη του σώματος αγνεία βούλεται ορίζειν τούτο τό
καλόν, αλλά τήν πάσαν σχολήν εις τήν λατρείαν αναλίσκειν του Θεού» και προσθέτει:
όσες ακολουθούν το δρόμο της σωφροσύνης «ούχ ίνα απλώς μή ομιλώσιν ανδρί, αλλ'
ίνα τά του Κυρίου μεριμνώσιν, ίνα εξ ολοκλήρου τη του Θεού θεραπεία
προσεδρεύωσι» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Περί μονανδρίας). Και ο Αγιος Αυγουστίνος
συμβουλεύει τις Παρθένους να κατέχει [ο Χριστός] στην ψυχή τους όλο το χώρο που
δε θέλησαν ν' αφήσουν να καταλάβει με το γάμο.
Ο γάμος εμφανίζεται λοιπόν ως
κατάσταση κατώτερη της προηγούμενης στο μέτρο που δεν επιτρέπει παρόμοια
συνολική αφιέρωση στο Θεό, καθώς η επιθυμία και το περιεχόμενο της αγάπης τού
ανθρώπου δεν είναι δυνατόν να επενδυθούν στο Θεό με την ίδια πληρότητα. Ο Αγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος σημειώνει ότι «ού ταύτη [Σ.τ.μ.: Όχι εκεί, δηλ. στο γάμο]
δέ μόνον ημίν η αρετή δυσκατόρθωτος αλλ' ότι καν ανεκτόν ήθος έχη η συνοικούσα
ο δι' αυτήν καί τά έκγονα [Σ.τ.μ.: Τα τέκνα] εκείνης περιρρέων ημάς φροντίδων
όχλος ουδέ μικράν αναβλέψαι προς τόν ουρανόν συγχωρεί, πάντοθεν ώσπερ τις
ίλιγγος περιστρέφων καί βαπτίζων ημών τήν ψυχήν».
2.Η σωφροσύνη στο γάμο
Η φύση της σωφροσύνης στον έγγαμο διαφέρει μερικώς από την
αντίστοιχη του αγάμου.
Ενώ στην τελευταία περίπτωση προϋποθέτει την τέλεια αποχή, στο πλαίσιο του χριστιανικού γάμου, εξαιτίας του αυστηρά μονογαμικού χαρακτήρα του, παρόμοια αποχή απαιτείται μόνο ως προς κάθε εξωσυζυγική σεξουαλικότητα, ενώ και η απλή επιθυμία συνιστά ήδη μοιχεία: «Ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις, ου μοιχεύσεις. Εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού» (Ματθ. 5, 27-28). Η θεραπευτική ή η προστασία από την πορνεία στο συγκεκριμένο επίπεδο συνεπάγονται την εφαρμογή ορισμένων από τις μεθόδους που περιγράφηκαν προηγουμένως και ειδικότερα τη «φυλακή της οράσεως» και κυρίως τη «φυλακή της καρδίας», καθώς «έσωθεν εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογισμοί οι κακοί εκπορεύονται, μοιχείαι, πορνείαι, [...], ασέλγεια» (Μάρκ. 7, 21-22. Ματθ. 15, 19). Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει ότι ο Χριστός, υπογραμμίζοντας τον πρωταρχικό ρόλο της επιθυμίας, προσφέρει τον τρόπο της επίθεσης στην κατεξοχήν αιτία της νόσου: «Ου το νόσημα, αλλά καί τήν ρίζαν [ο Ιησούς] αναιρεί του νοσήματος: ρίζα γάρ μοιχείας επιθυμία ακόλαστος· διό ου μοιχείαν κολάζει μόνον, αλλά καί επιθυμία τήν της μοιχείας μητέρα. Ούτω καί οι ιατροί ποιούσιν ου προς τά νοσήματα ίστανται μόνον, αλλά καί προς τάς αιτίας αυτάς [...]. Ούτω καί ο Χριστός ποιεί» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ομιλία-Μετάνοια).
Ενώ στην τελευταία περίπτωση προϋποθέτει την τέλεια αποχή, στο πλαίσιο του χριστιανικού γάμου, εξαιτίας του αυστηρά μονογαμικού χαρακτήρα του, παρόμοια αποχή απαιτείται μόνο ως προς κάθε εξωσυζυγική σεξουαλικότητα, ενώ και η απλή επιθυμία συνιστά ήδη μοιχεία: «Ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις, ου μοιχεύσεις. Εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού» (Ματθ. 5, 27-28). Η θεραπευτική ή η προστασία από την πορνεία στο συγκεκριμένο επίπεδο συνεπάγονται την εφαρμογή ορισμένων από τις μεθόδους που περιγράφηκαν προηγουμένως και ειδικότερα τη «φυλακή της οράσεως» και κυρίως τη «φυλακή της καρδίας», καθώς «έσωθεν εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογισμοί οι κακοί εκπορεύονται, μοιχείαι, πορνείαι, [...], ασέλγεια» (Μάρκ. 7, 21-22. Ματθ. 15, 19). Ο Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επισημαίνει ότι ο Χριστός, υπογραμμίζοντας τον πρωταρχικό ρόλο της επιθυμίας, προσφέρει τον τρόπο της επίθεσης στην κατεξοχήν αιτία της νόσου: «Ου το νόσημα, αλλά καί τήν ρίζαν [ο Ιησούς] αναιρεί του νοσήματος: ρίζα γάρ μοιχείας επιθυμία ακόλαστος· διό ου μοιχείαν κολάζει μόνον, αλλά καί επιθυμία τήν της μοιχείας μητέρα. Ούτω καί οι ιατροί ποιούσιν ου προς τά νοσήματα ίστανται μόνον, αλλά καί προς τάς αιτίας αυτάς [...]. Ούτω καί ο Χριστός ποιεί» (ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Ομιλία-Μετάνοια).
Η πορνεία όμως δεν συνδέεται καθόλου με την καθεαυτή συζυγική
ένωση, ενώ αντίθετα η τελευταία είναι μέσο αποφυγής της πρώτης. Η πλειονότητα
των Πατέρων διακρίνουν στο γάμο, για όσους δεν μπορούν να παραμείνουν
εγκρατείς, ένα φάρμακο της πορνείας· σύμφωνα με τη γνώμη τους, εδώ εντοπίζεται
ένας από τους πρώτους σκοπούς της συζυγίας. Η άποψη αυτή συμφωνεί καθολοκληρία
με τη διδασκαλία τού Αποστόλου Παύλου: «Διά δέ τάς πορνείας έκαστος τήν εαυτού
γυναίκα εχέτω, καί εκάστη τόν ίδιον άνδρα εχέτω» (Α' Κορ. 7, 2)· «μή
αποστερείτε αλλήλους, [...] ίνα μή πειράζη υμάς ο σατανάς διά τήν ακρασίαν
υμών» (Α' Κορ. 7, 5)· «λέγω δέ τοις αγάμοις καί ταις χήραις, καλόν αυτοίς εστιν
εάν μείνωσιν ως καγώ. Ει δέ ούκ εγκρατεύονται, γαμησάτωσαν· κρείσσον γάρ εστι
γαμήσαι ή πυρούσθαι» (Α' Κορ. 7, 8-9).
Στη συνέχεια του αποστολικού λόγου που παραγγέλει: «Τίμιος ο
γάμος εν πάσι και η κοίτη αμίαντος» (Εβρ. 13, 4) η «συζυγική σωφροσύνη», την
οποία υπενθυμίζουν οι Πατέρες δε σημαίνει αποχή από τα συζυγικά καθήκοντα. Η
σεξουαλική ένωση ανήκει ουσιαστικά στο γάμο. Με μεγάλη σαφήνεια ο Απόστολος
Παύλος γράφει: «Τή γυναικί ο ανήρ τήν οφειλομένην εύνοιαν αποδιδότω, ομοίως δέ
καί η γυνή τω ανδρί. Η γυνή τού ιδίου σώματος ούκ εξουσιάζει, αλλ' ο ανήρ·
ομοίως δέ καί ο ανήρ τού ιδίου σώματος ούκ εξουσιάζει, αλλ' η γυνή. Μή
αποστερείτε αλλήλους, ει μή τι αν εκ συμφώνου προς καιρόν, ίνα σχολάζητε τή
νηστεία καί τή προσευχή καί πάλιν επί τό αυτό συνέρχησθε [...]» (Α' Κορ. 7, 3,
5). Η αποχή, -και η διδασκαλία τού Αποστόλου Παύλου αυτό φανερώνει-, έχει
κάποια θέση στο καθεαυτό πλαίσιο τής συζυγικής ζωής, αλλά μόνο πρόσκαιρα, και
σε αναφορά με συγκεκριμένες πνευματικές ανάγκες [Η Ορθόδοξη Εκκλησία συνιστά
την αποχή από κλίνης κατά τις ημέρες της νηστείας Τετάρτης και Παρασκευής
(κατά τις οποίες «μνήμην ποιούμεθα» των Παθών και της Σταύρωσης του Χριστού),
καθώς και κατά την διάρκεια των 4 νηστειών της Σαρακοστής κάθε έτους. Ο Αγιος
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ σημειώνει ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο, ότι «δός τω
δώρω τήν αγνείαν κατά καιρόν, έως ευχής πρόκειται προθεσμία, καί ασχολίας
τιμιωτέρα, καί ταύτην εκ κοινής ομολογίας καί συναινέσεως». Και διευκρινίζει:
«Ού γάρ νομοθετούμεν, αλλά παραινούμεν» (Λόγος 40, 18). Η τελευταία αυτή
παρατήρηση ερμηνεύει την απουσία δικανισμού από την Ορθόδοξη παράδοση ως προς
αυτό το θέμα. Αφήνεται στη συνείδηση του ζεύγους να κρίνει ποιο είναι το
καλύτερο από πνευματικής επόψεως. Το ίδιο πνεύμα διαποτίζει και τη διδασκαλία
τού Αγίου ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (Βλέπε για παράδειγμα Α' Κορινθίους-ομιλία, 19,
2)]. Ο Αγιος Γρηγόριος Νύσσης φθάνει μέχρι του σημείου να γράψει ότι «ο πλεονάζων
[κατά την σωφροσύνην] "κεκαυτηρίασται τήν συνείδησιν", καθώς ορίζεται
ο Απόστολος» (Α' Τιμ. 4, 2), επειδή «τον γάμον ίσα τη μοιχεία βδελύσσεται»
(ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Βίος Μωυσέως, Πρβλ. Περί παρθενίας).
Υπάρχει σώφρων σεξουαλική ένωση· είναι δυνατόν στους συζύγους
να ενώνονται και «μή πειράσθαι διαλύειν "ο συνέζευξεν ο Θεός"», όπως
αναφέρει ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας (Στρωματείς), που φθάνει μέχρι του σημείου να
γράψει για το θέμα όσων διαβάλλουν τη συζυγική ένωση: «μιαράν δέ είναι τήν
συνουσίαν λέγοντες ούτοι τήν σύστασιν καί αυτοί έκ συνουσίας είληφότες πώς ουκ
αν είεν μιαροί;». Ο ίδιος επισημαίνει επιπλέον ότι ο γάμος και η πνευματική
ζωή αγιάζουν τη χρήση της σεξουαλικότητας: «των δέ αγιασθέντων άγιον οίμαι καί
τό σπέρμα· ηγιάσθαι μέν ουν ημίν οφείλει ου μόνον το πνεύμα, αλλά και ο τρόπος
καί ο βίος καί τό σώμα».
Συχνά οι Πατέρες υπογραμμίζουν ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι
κακή καθεαυτήν, καθώς όλα εξαρτώνται από τον τρόπο χρήσης της. Ο Αγιος Μεθόδιος
Ολύμπου (Συμπόσιον) σημειώνει: «Κοσμίως μέν γάρ πραττόμενον καί σωφρόνως
κόσμιον απέβη, αισχρώς δέ καί ασχημόνως αισχρόν». Και ο Αγιος Δωρόθεος Γάζης
(Διδασκαλία) επισημαίνει: «Ώσπερ εστί τό νομίμως βιώσαι καί τό πορνεύσαι, ότι η
μέν πράξις η αυτή, ο δέ σκοπός εστιν ο ποιών τήν διαφοράν τού πράγματος».
Αναλύοντας το πάθος της πορνείας είδαμε ότι το χαρακτηριστικό του είναι η παράχρηση της σεξουαλικής λειτουργίας, που συνίσταται στη χρήση αυτής με στόχο την αισθητή ηδονή. Επομένως πρόκειται εδώ για διαστροφή της συγκεκριμένης λειτουργίας, στο βαθμό που ο εκ φύσεως προορισμός της είναι η αναπαραγωγή· ακόμη βαθύτερα, αποτελεί μια από τις εκδηλώσεις της αμοιβαίας αγάπης, σε συνάρτηση και με τους υπόλοιπους τρόπους της ένωσής τους και ιδιαίτερα με την πνευματική διάσταση αυτής. Η θεραπευτική της πορνείας και η απόκτηση της σωφροσύνης στον τομέα αυτό οφείλουν λοιπόν πρώτιστα να συνίσταται στην αποκατάσταση της εντελέχειας σ' ό,τι άφορα τη χρήση της σεξουαλικότητας.
Αναλύοντας το πάθος της πορνείας είδαμε ότι το χαρακτηριστικό του είναι η παράχρηση της σεξουαλικής λειτουργίας, που συνίσταται στη χρήση αυτής με στόχο την αισθητή ηδονή. Επομένως πρόκειται εδώ για διαστροφή της συγκεκριμένης λειτουργίας, στο βαθμό που ο εκ φύσεως προορισμός της είναι η αναπαραγωγή· ακόμη βαθύτερα, αποτελεί μια από τις εκδηλώσεις της αμοιβαίας αγάπης, σε συνάρτηση και με τους υπόλοιπους τρόπους της ένωσής τους και ιδιαίτερα με την πνευματική διάσταση αυτής. Η θεραπευτική της πορνείας και η απόκτηση της σωφροσύνης στον τομέα αυτό οφείλουν λοιπόν πρώτιστα να συνίσταται στην αποκατάσταση της εντελέχειας σ' ό,τι άφορα τη χρήση της σεξουαλικότητας.
Για τους συζύγους, η πρώτη αρχή είναι να μην ενώνονται στοχεύοντας στην αισθητή
ηδονή και να μη κάνουν σκοπό και αντικείμενο της ένωσής τους την απόλαυση
(Πρβλ. ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΓΑΖΗΣ, Διδασκαλία, ΜΑΞΙΜΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς).
Καλούνται να προσέχουν και να επαγρυπνούν ώστε να μη επιτρέπουν να τους
κυριεύει η ηδονή (Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας), να μη προσκολλώνται
σ' αυτή και ιδίως να μη την επιζητούν και τελικά να κατορθώνουν να μη έλκονται
και να μη δελεάζονται από αυτή. Γράφει ο Αγιος Ιωάννης Κασσιανός ότι όσο
παραμένει κάποια ροπή προς την απόλαυση δεν υπάρχει σωφροσύνη. Τούτο δεν
συνεπάγεται άρνηση και αποκλεισμό της ηδονής που συνδέεται φυσικά με τη
σεξουαλική ένωση, αλλ' αποχωρισμό απ' αυτή και άρνηση να την απολυτοποιήσουμε. Η
ηδονή πρέπει να προκύπτει ως αποτέλεσμα της ένωσης, ως κάτι που δίνεται
επιπλέον.
Ούτε η αναζήτηση της σεξουαλικής ένωσης είναι αυτοσκοπός
ούτε και η ηδονή που πορίζει. Η θέση της σεξουαλικής ένωσης εντοπίζεται στο
πλαίσιο της αμοιβαίας αγάπης τών συζύγων καλείται μάλιστα να πραγματώνει και
στο σωματικό επίπεδο ανάλογη ένωση μ' αυτή που πετυχαίνεται στο επίπεδο των
ψυχών· έτσι οι σύζυγοι οδηγούνται στην τέλεια ένωσή τους και γίνονται, σύμφωνα
με τον αγιογραφικό λόγο «εις σάρκα μίαν» και ταυτόχρονα μία ψυχή και ένα
πνεύμα. Η συζυγική σωφροσύνη συνεπάγεται ότι η ένωση των σωμάτων δεν είναι
ούτε αυθύπαρκτη, αλλά τέλεια ολοκληρωμένη και ακολουθούμενη από την ψυχική, και
ακόμη περισσότερο, από την πνευματική ένωση των συζύγων. Γράφει σχετικά ο Αγιος
Βασίλειος Αγκύρας: «Επειδή γάρ ο εν ψυχή λογισμός τάς ψυχάς προλαβών, κατά τό
φαινόμενον αναγκαίον συνήψεν, εικότως προηνωμέναις ταύταις καί η των σαρκών τών
εν αίς εισιν έννομος ένωσις ηκολούθησεν. Όταν δέ τών ψυχών άλλο τήν αρχήν
προθεμένων, αι σάρκες δι' ηδονήν τά οικεία πραγματευσάμεναι, τάς εν αυταίς
ψυχάς τω κατ' αυτάς πάθει δουλευούσας ενώσωσιν, ακολούθημα τών σαρκός κακώς
γινόμεναι αι ψυχαί, παράνομον τήν μίξιν εργάζονται» (Αληθής αφθορία).
Η συζυγική σωφροσύνη συνεπάγεται εξίσου ότι
ο άνθρωπος δεν κυριαρχείται από την επιθυμία και τις σεξουαλικές παρωθήσεις
ούτε ότι η ένωση των συζύγων διέπεται από αυτές. Κλήμης ο Αλεξανδρέας θέτει την
εξής αρχή: «Μηδέν κατ' επιθυμίαν ποιείν» (Στρωματείς). Αυτό που πρέπει να πρυτανεύει
στην ένωση των συζύγων δεν είναι το ένστικτο, η απρόσωπη εκδήλωση της
βιολογικής φύσης, ούτε βέβαια η επιθυμία, αλλά η αγάπη. Με την έννοια αυτή η
συζυγική σωφροσύνη προϋποθέτει κάποια εγκράτεια, η οποία συνίσταται στην
αυτοκυριαρχία, η οποία επιτρέπει να χαλιναγωγούμε τις ενστικτώδεις κινήσεις, να
μετριάζουμε και να συγκρατούμε τις επιθυμίες και ν' απέχουμε από κάθε λογισμό ή
φαντασία που είναι δυνατόν να συνάπτεται μ' αυτές. Για το λόγο αυτό ο Αγιος
Γρηγόριος Νύσσης παραγγέλλει: «τη του γάμου λειτουργία [...] σωφρόνως τε και
μεμετρημένως κεχρήσθαι [Σ.τ.μ.: «Ημείς δέ ταύτα καί περί του γάμου γινώσκομεν,
ως δείν προηγουμένην είναι τήν περί τά θεία σπουδήν τε καί επιθυμίαν, της δέ
του γάμου λειτουργίας μή υπεροράν τόν σωφρόνως τε καί μεμετρημένως κεχρήσθαι
δυνάμενον», είναι το σχετικό απόσπασμα στη συνάφειά του] […]» (Περί παρθενίας)·
ο ίδιος συνιστά «φειδωλήν καί υπεσταλμένην» [Σ.τ.μ.: Συγκρατημένη] χρήση της
επιθυμίας. Αντίστοιχα, ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος υπογραμμίζει την ανάγκη να
είναι ισορροπημένη η χρήση της λειτουργίας τού γάμου και ν' αποφεύγεται η παραχώρηση
υπερβολικού χώρου στη σάρκα [Σ.τ.μ.: Και τελικά να εστιάζουμε και να δίνουμε
την προτεραιότητα σ' αυτή]. Τούτο είναι απαραίτητο προκειμένου αφενός μεν η
ένωση να μη αποτελεί απλό μέσο ικανοποίησης της επιθυμίας, αφετέρου δε να
είναι σεβαστά το πρόσωπο και η ελευθερία τού/τής συζύγου. Και πάλι τούτο είναι
αναγκαίο ώστε ο άνθρωπος «μή [...] όλος γένηται σαρξ καί αίμα» και να μη παύει,
στη ζωή του και στο συζυγικό βίου του καθεαυτό, να δίνει τα πρωτεία στα
πνευματικά (Πρβλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας). Γιατί, παρατηρεί ο Αγιος
Γρηγόριος Νύσσης, «κίνδυνος ου μικρός παρακρουσθέντα τόν τοιούτον [Σ.τ.μ.:
Αναφέρεται συγκεκριμένα στον «πολλά τη ψυχή μεριζόμενον», όπως προσδιορίζει ο
ίδιος ο Αγιος στην επιγραφή της συγκεκριμένης ενότητας] εν τη πείρα της ηδονής
μηδέν έτερον αγαθόν οιηθήναι ή το δια σαρκός μετά προσπαθείας τινός
λαμβανόμενον καί αποστρέψαντα παντελώς τόν εαυτού νουν από της τών ασωμάτων
αγαθών επιθυμίας όλον σάρκινον γενέσθαι, τό εν τούτοις ηδύ διά παντός τρόπου
θηρεύοντα, ως «φιλήδονον αυτόν μάλλον είναι ή φιλόθεον» (Β' Τιμ. 3, 4)». Ιδιαίτερα
επίφοβη είναι η δύναμη της συνήθειας που προσκολλάει τον άνθρωπο στην ηδονή,
σημειώνει ο Αγιος Γρηγόριος Νύσσης· υπενθυμίζει μάλιστα το παράδειγμα πολλών
ανθρώπων, τους οποίους «ημείς εγνωρίσαμεν εραστάς μάλιστα της σωφροσύνης ευθύς
παρά τήν πρώτην ηλικίαν φανέντας, αρχήν δε ρυπαρού βίου ποιησαμένους τήν
δοκούσαν έννομόν τε καί συγκεχωρημένην τών ηδονών μετουσίαν. Επειδή γάρ άπαξ
τήν τοιαύτην παρεδέξαντο πείραν [...] όλον προς ταύτα τό επιθυμητικόν
μεταστρέψαντες καί τήν ορμήν τής διανοίας από των θειοτέρων προς τά ταπεινά καί
υλώδη μετοχετεύσαντες πολλήν εν εαυτοίς τήν ευρυχωρίαν τοις πάθεσιν ήνοιξαν, ως
παντελώς τής επί τά άνω φοράς λήξαι καί αποξηρανθήναι τήν επιθυμίαν, όλην προς
τά πάθη μεταρρυείσαν» (Περί παρθενίας). Να γιατί δίνει τον εξής κανόνα: «Ημείς
δε ταύτα καί περί τού γάμου γινώσκομεν, ως δειν προηγουμένην είναι τήν περί τά
θεία σπουδήν τε καί επιθυμίαν» (Περί παρθενίας).
Αλλο χαρακτηριστικό της πορνείας είναι ότι πραγματικά
απομακρύνει τον άνθρωπο από το Θεό. Η σωφροσύνη αντίθετα στοχεύει και οδηγεί
στην ένωσή του και πάλι με το Θεό. «Αγνεία, Θεού οικείωσις [εστί]» (Κλίμαξ),
γράφει ο Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης. Ενώ στην πορνεία η επιθυμία απεκδύεται το Θεό
και τα πνευματικά και ενδύεται τα σαρκικά για να επιζητήσει την αισθητή ηδονή,
ένας από τους κύριους στόχους της εγκράτειας και της σωφροσύνης είναι να
επιτρέψει στον άνθρωπο να ξαναβρεί τη φυσική και φυσιολογική ένδυσή του εν τω
Θεώ. Διότι, όπως δείξαμε, μελετώντας την οικονομία της επιθυμίας, αυτή δεν
είναι δυνατόν να διοχετευθεί σε διαφορετικά αντικείμενα χωρίς να πρέπει να
μοιραστεί και χωρίς να πρέπει να στερήσει κάποιο από το μερίδιο που δίνει στο
άλλο. Η εγκράτεια και η σωφροσύνη στο γάμο παίζουν σημαντικό ρόλο στην
αποκατάσταση της οικονομίας της επιθυμίας· έτσι η επιθυμία δεν επενδύεται στη
σεξουαλικότητα σε τέτοιο βαθμό ώστε να εξαντλείται σ' αυτή και να παύει από δω
και πέρα να έχει ως κύριο αντικείμενό της τα πνευματικά (Βλέπε την επεξήγηση
την οποία δίνει για τη συγκεκριμένη αρχή ο ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ, Περί παρθενίας).
Τούτο μας επιτρέπει να κατανοήσουμε ότι η θεραπευτική της
πορνείας και η απόκτηση της σωφροσύνης συνιστούν πραγματικά την αναστροφή της
επιθυμίας, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η πνευματική αγάπη να καταλάβει τη θέση της
σαρκικής. Έτσι είναι δυνατόν να κατανοηθεί η περίφημη φράση τού Αγίου Ιωάννου
Σιναΐτου: «Αγνός εστίν, ο έρωτι έρωτα διακρουσάμενος, καί πύρ πυρί αΰλω
αποσβέσας». Και έτσι μπορεί να συνεχίσει: «πόθου δέ τού προς Θεόν, ο τών σωμάτων
έρως τύπος γενέσθω σοι» και σ' άλλο σημείο: «Μακάριος, όστις τοιούτον προς
Θεόν εκτήσατο πόθον, οίον μανικός εραστής προς τήν εαυτού ερωμένην κέκτηται».
«Είδον ακαθάρτους ψυχάς περί έρωτας σωμάτων εμμανώς διακειμένας· καί δή αύται
σκήψιν μετανοίας προσλαβούσαι εκ πείρας έρωτος, τόν αυτόν προς Κύριον
μετενηνόχασιν έρωτα· καί πάντα φόβον ευθύς υπερπηδήσασθαι, απλήστως εις αγάπην
Θεού ενεκεντρίσθησαν· διά τούτο καί ο Κύριος τη σώφρονι εκείνη πόρνη ου λέγει,
ότι εφοβήθη, αλλ' ότι ηγάπησε πολύ, καί ηδυνήθη ευχερώς έρωτι έρωτα
διακρούσασθαι (πρβλ. Λουκ. 7, 47)» (Κλίμαξ).
Στο συζυγικό βίο, η πορνεία συνεπάγεται την αγάπη τού άλλου
έξω από το Θεό, μια αγάπη καθαρά σαρκική, δηλαδή αδιαπέραστη από τις θείες
ενέργειες· η σωφροσύνη, αντίθετα, συνεπάγεται την αγάπη τού άλλου εν τω Θεώ
και την αγάπη τού Θεού μέσα στον άλλο. Η σωφροσύνη πραγματώνει μια μεταμόρφωση
της αγάπης, της παρέχει πρόσβαση στο πνευματικό επίπεδο, στο οποίο γίνεται
εντελώς περατή και διαφανής στο Θεό, της δίνει μυστηριακό νόημα (πρβλ. Εφεσ. 5,
32)· της επιτρέπει έτσι να πραγματώνει κατ' αναλογία το μυστήριο του Χριστού
και της Εκκλησίας, όπως υπογραμμίζει ο Απόστολος Παύλος στην περικοπή της προς
Εφεσίους Επιστολής που διαβάζεται κατά τη διάρκεια της ακολουθίας τού γάμου:
«Οι άνδρες αγαπάτε τάς γυναίκας εαυτών, καθώς καί ο Χριστός ηγάπησε τήν
εκκλησίαν» (5, 25)· «(ο) άνθρωπος [...] προσκολληθήσεται προς τήν γυναίκα
αυτού, καί έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν. Τό μυστήριον τούτο μέγα εστίν, εγώ δέ
λέγω εις Χριστόν καί εις τήν Εκκλησίαν» (5, 31-32).
Η σωφροσύνη, είτε μοναχική είτε συζυγική, μπορεί να θεωρηθεί
ως «κεκτημένη» μόνο όταν γίνεται καθημερινή και ισόβια (Πρβλ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Επιστολή, ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ), δεν απαιτεί πλέον κανένα αγώνα
και συνοδεύεται από αναλλοίωτη γαλήνη. Τέτοια είναι η αληθινή σωφροσύνη στην
ολοκλήρωσή της· δεν έχει πλέον σχέση με πάλη εναντίον τών κινήσεων της
σαρκικής ροπής, αλλά τις αποστρέφεται με φοβερό μίσος και διατηρείται σε
μόνιμη και απαραβίαστη καθαρότητα, [Σ.μ.τ.: Αγνεία, αγνότητα] σημειώνει ο
Αγιος Ιωάννης Κασσιανός.
Η απάθεια του βλέμματος και της καρδίας έναντι των
αντικειμένων, των επιδεκτικών να πυροδοτήσουν το πάθος, αποτελεί ένα από τα
σημεία της σωφροσύνης (Πρβλ. ΕΥΑΓΡΙΟΣ, Λόγος πρακτικός). Ο Αγιος Ιωάννης
Σιναΐτης τονίζει ότι «σώφρων εστίν, ο τελείαν αναισθησίαν επί διαφορά σωμάτων
διαπαντός κτησάμενος» και ακόμη: «ούτος [εστι] κανών και όρος της τελείας και
πανάγνου αγνείας, τό παραπλησίως επ' εμψύχοις τε καί αψύχοις, λογικοίς τε καί
αλόγοις σώμασι διακείσθαι». [Σ.τ.μ.: Το να συμπεριφέρεσαι παρόμοια =
παραπλησίως]. Και τελικά αναφωνεί: «Μακάριος αληθώς, ός εν παντί σώματι καί
χρώματι καί ώρα [Σ.τ.μ.: Στη γαλλική απόδοση της Κλίμακος, αναφέρεται η λέξη
beaute = (κάλλος, ωραιότητα <ώρα] τελείαν αναισθησίαν εκτήσατο». Εν Χριστώ
«ουκ ένι άρσεν καί θήλυ» (Γαλ. 3, 28), δηλαδή η διαφορά τού φύλου καταργείται
όχι μόνο ως αρχή της διαίρεσης, της αντίθεσης και της κυριαρχίας αλλά επιπλέον
ως πηγή της επιθυμίας τών αισθήσεων και του πάθους. Στο πραγματικό του βάθος «ο
άλλος» κατανοείται ως πρόσωπο που φέρει στη φύση του την εικόνα τού Θεού· γίνεται
εικόνα τού Θεού, περατός [Σ.τ.μ.: Διαφανής έναντι Αυτού, δηλαδή των θείων
ενεργειών] από Αυτόν, δεκτικός να Τον δοξάζει. Μ' αυτόν ακριβώς τον τρόπο ο
Αγιος Ιωάννης Σιναΐτης δίνει μαρτυρία για τον υψηλότατο βαθμό της
συγκεκριμένης αρετής: «Κάλλος γάρ τις, φησί, θεασάμενος, τόν Ποιητήν μεγάλως εξ
εκείνου εδόξασε· καί από μόνης τής θέας εις αγάπην Θεού καί δακρύων πηγήν
εκεκίνητο· καί ην θάμβος ιδέσθαι τόν ετέρου βόθρον άλλω στεφάνων αίτιον υπέρ
φύσιν γινόμενον [...]» (Κλίμαξ).
Ένα από τα αξιοσημείωτα αποτελέσματα της σωφροσύνης είναι η
αποκατάσταση της σταθερότητας και της ειρήνης στην ψυχή. Συμβάλλει επίσης στην κατάργηση
των εντάσεων και των διαιρέσεων που εκδηλώνονται μεταξύ της ψυχής και του
σώματος, και στην αποκατάσταση της αρμονίας μεταξύ τους (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ
ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ).
Η σωφροσύνη αποτελεί πύλη τής αγάπης (Πρβλ. ΜΑΞΙΜΟΣ
ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ, Αγάπης εκατοντάς). Είναι επίσης βασική προϋπόθεση τής πνευματικής
γνώσης (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ). Γενικά, η συγκεκριμένη αρετή εμφανίζεται ως μία
από τις σπουδαιότερες πηγές αγιασμού τού ανθρώπου (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ).
Ιδιαίτερα μέσω αυτής το Αγιο Πνεύμα (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ) και ο Χριστός (ΙΩΑΝΝΗΣ
ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ) κάνουν την καρδιά τού ανθρώπου κατοικητήριό τους· και ο
τελευταίος ομοιώνεται όχι μόνο προς τους αγγέλους, αλλά και τον ίδιο το Θεό (ΙΩΑΝΝΗΣ
ΣΙΝΑΪΤΗΣ, Κλίμαξ).
Από τότε πλέον, η σωφροσύνη εμφανίζεται ως πηγή πνευματικών
ηδονών ασύγκριτα ανώτερων από τις αισθητές, τις οποίες και εγκαταλείπει όποιος
την απέκτησε (Πρβλ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ).
Απόσπασμα από το βιβλίο «Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ: Εισαγωγή στην ασκητική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας», JEAN CLAUDE LARCHET (*), ΤΟΜΟΣ Β’, Εκδόσεις «Αποστολική Διακονία», Μετάφραση: ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΟΥΛΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου